Έννοιες κλειδιά
εξ αποστάσεως εκπαίδευση
συμβατική εκπαίδευση
διδακτικό υλικό
τεχνολογία ως εκπαιδευτικό μέσο
Περιεχόμενα ιστοσελίδας |
Η εγκυρότητα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης |
Σύμφωνα με τον γνωστό ορισμό του Ντυρκέμ εκπαίδευση είναι η επίδραση που ασκούν οι γενιές των ενηλίκων στις γενιές που δεν είναι ακόμη ώριμες για την κοινωνική ζωή. Αντικείμενό της είναι να δημιουργήσει και να αναπτύξει στο παιδί έναν ορισμένο αριθμό φυσικών, νοητικών και ηθικών ιδιοτήτων, που απαιτούν απ αυτό τόσο η πολιτική κοινωνία στο σύνολό της, όσο και το ιδιαίτερο περιβάλλον για το οποίο ειδικότερα προορίζεται (Ντυρκέμ, 1998).
Σε μια απόπειρα να εναρμονισθεί ο ορισμός αυτός με τη σημερινή ανάγκη για «δια βίου εκπαίδευση», θα αρκούσε να αντικατασταθεί ο όρος «γενιές ενηλίκων» με τον όρο «επαΐοντες» και ο όρος «παιδί» με τον όρο «εκπαιδευόμενος». Έτσι, ο ορισμός του Durkheim θα εξακολουθούσε να ισχύει τόσο στην κοινωνική όσο και την οικονομική του διάσταση, στο βαθμό που η αναφορά στο «ιδιαίτερο περιβάλλον» εννοείται ως «επαγγελματικό».
Είναι προφανές ότι αυτό που διαφοροποιεί την "εξ αποστάσεως εκπαίδευση" από τα άλλα είδη, είναι ακριβώς ο εμπρόθετος προσδιορισμός της, δηλαδή η απόσταση. Μια απόσταση που χωρίζει τον εκπαιδευτικό από τον εκπαιδευόμενο και δεν αφορά μόνο στο χώρο αλλά και στο χρόνο. Σε κάθε περίπτωση όμως, τόσο η εξ αποστάσεως εκπαίδευση όσο και η συμβατική έχουν πολλές ομοιότητες, καθώς πολλοί από τους προσδιοριστικούς τους παράγοντες είναι κοινοί.
Επί παραδείγματι, υπάρχει κοινό κοινωνιολογικό περιεχόμενο αφού και τα δύο είδη, στοχεύουν στην ομαλή ένταξη του ανθρώπου στην κοινωνία και την ανάπτυξη της αιτιώδους σκέψεως, που ερευνά, κρίνει, απορρίπτει, αμφισβητεί και συναποδέχεται, προσπαθώντας να γνωρίζει το "γιατί" και το "πώς αλλιώς".
Αμφότερα, δε, τα είδη επιδρούν στην ανάπτυξη, είτε αυτή είναι προσωπική είτε συλλογική. Για την οικονομική επιστήμη εξ άλλου, όλες οι μορφές εκπαίδευσης θεωρούνται πηγή πλούτου διότι για κάθε κράτος το ανθρώπινο δυναμικό ως πηγή εργασίας είναι ο μεγαλύτερος πλουτοπαραγωγικός τομέας. (Τζάνη, 1998).
Από την άλλη, κάθε ψυχολογική ή παιδαγωγική θεωρία εφαρμόζεται πανομοιότυπα στις δύο μορφές εκπαίδευσης, με τρόπο ώστε η «εξ αποστάσεως» να θεωρείται ισότιμη με οποιαδήποτε άλλη μορφή παροχής πληροφόρησης, κατάρτισης ή εξειδίκευσης. Ένα παράδειγμα εδώ θα μπορούσε να είναι η αναγκαιότητα ύπαρξης των «εσωτερικών κινήτρων» που παρακινούν τον σπουδαστή να βελτιώσει τις επιδόσεις του. Τα κίνητρα έχουν μελετηθεί επαρκώς, κυρίως από τους θεωρητικούς του συμπεριφορισμού και βρίσκουν άμεση εφαρμογή σε όλα τα είδη τόσο της τυπικής όσο και της άτυπης εκπαίδευσης, αποδεικνύοντας έτσι ότι πρόκειται απλά για διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Το ίδιο ισχύει και για την θεωρητική προσέγγιση του Vygotsky και την ονομαζόμενη «Ζώνη επικείμενης ανάπτυξης» κατά την οποία η μάθηση δεν μεταφέρεται από τον δάσκαλο στο μαθητή, αλλά ανακαλύπτεται από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο μέσα από συγκεκριμένες πρακτικές και μεθόδους. (Lionarakis, 2003)
Εκτός όμως του κοινού θεωρητικού και επιστημονικού υπόβαθρου υπάρχουν πολλά ακόμη χαρακτηριστικά που πιστοποιούν ότι η εξ αποστάσεως εκπαίδευση δεν διαφέρει από την συμβατική παρά μόνο ως προς τη μέθοδο. Συγκεκριμένα, και στις δύο, συναντώνται παρόμοια συστατικά στοιχεία όπως είναι ο εκπαιδευτικός, ο εκπαιδευόμενος, το διδακτικό υλικό, η διδακτέα ύλη, το εκπαιδευτικό ίδρυμα που αναλαμβάνει τη διαδικασία, το διοικητικό προσωπικό που τη διεκπεραιώνει, ο σχεδιασμός του μαθήματος και του προγράμματος σπουδών, η αξιολόγηση κ.ο.κ.
Το συμβατικό σύστημα εκπαίδευσης θέτει ορισμένους αναγκαστικούς περιορισμούς σε όσους επιθυμούν να σπουδάσουν, μεταξύ των οποίων είναι η αδυναμία της φυσικής παρουσίας του φοιτητή στις αίθουσες διδασκαλίας, οι υποχρεωτικές εισαγωγικές εξετάσεις, το σχετικά στενό φάσμα ηλικιών που καλύπτεται, η αδυναμία προσφοράς αυτοτελών μορφωτικών κύκλων με μικρή διάρκεια, καθώς και η αδυναμία να ικανοποιήσει τις επιθυμίες όλων των ενδιαφερομένων για Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Έτσι, ως αντίβαρο στους περιορισμούς αυτούς, προκρίθηκε το σύστημα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης τα χαρακτηριστικά της οποίας είναι α) ότι μπορεί να εφαρμοστεί σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, β) ότι χρησιμοποιείται ειδικά σχεδιασμένο εκπαιδευτικό υλικό, γ) ότι γίνεται συστηματική υποστήριξη του εκπαιδευόμενου και δ) ότι αξιοποιούνται οι νέες τεχνολογίες και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τόσο για την παρουσίαση του εκπαιδευτικού υλικού, όσο και για ορισμένες μορφές επικοινωνίας μεταξύ του εκπαιδευόμενου και του εκπαιδευτή. (Ματραλής, 1998, σ. 46)
Είναι σαφές ότι η εξ αποστάσεως διδασκαλία διαφέρει από τη συμβατική, κατά την οποία ένας καθηγητής μιλάει σε μια ομάδα σπουδαστών που βρίσκονται συγκεντρωμένοι την ίδια στιγμή στο ίδιο μέρος. Στην εκπαίδευση από απόσταση, ο δάσκαλος και οι μαθητές δεν βρίσκονται στο ίδιο μέρος την ίδια στιγμή, ενώ η πληροφορία μπορεί να «καταναλωθεί» ακόμη και σε διαφορετικούς χρόνους. Καθίσταται αναγκαίο, λοιπόν, να εισαχθεί ένα τεχνητό μέσο επικοινωνίας που θα μεταδίδει την πληροφορία καθώς επίσης και να υπάρξει ένα κανάλι για την αλληλεπίδραση μεταξύ τους.
Θα ήταν εσφαλμένο, εντούτοις, να υποτεθεί ότι η απλή εισαγωγή της τεχνολογίας στην εκπαίδευση μπορεί να αποφέρει καρπούς, χωρίς να υπάρξουν δομικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το υπάρχον σύστημα. Η εγκατάσταση μιας κάμερας, ενός υπολογιστή και ενός μικροφώνου στην αίθουσα διδασκαλίας ενός σχολείου, ενός πανεπιστημίου ή κάποιου άλλου φορέα παροχής εκπαίδευσης, δεν αρκεί για να αυξήσει το δυναμικό τους, να προσφέρει νέα προγράμματα σπουδών ή να εξοικονομήσει πόρους. Δεν είναι δυνατόν να βελτιωθεί η ποιότητα, να εγγραφούν περισσότεροι φοιτητές και να μειωθεί το κόστος, εάν δεν υπάρξει αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης σύμφωνα με ένα διαφορετικό, αλλά οπωσδήποτε συστηματικό, πρότυπο.
Αναφέρθηκε παραπάνω ότι η χρήση έντυπων και ηλεκτρονικών μέσων, ως κύρια μορφή επικοινωνίας είναι το πρώτο και πιο προφανές χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί την εξ αποστάσεως εκπαίδευση από άλλες μορφές.
Όπως είναι φυσικό, η χρήση αυτών των τεχνολογιών απαιτεί μια σειρά νέων τρόπων με τους οποίους οι εκπαιδευτές παρουσιάζουν το μάθημά τους ή αλληλεπιδρούν με τους μαθητές τους. Κατά συνέπεια η επιτυχής χρήση των επικοινωνιακών τεχνολογιών, απαιτεί ειδικές τεχνικές σχεδιασμού, συμπεριλαμβανόμενης, ωστόσο, και της παραδοσιακής διδασκαλίας στην τάξη. Έχει αποδειχθεί ότι ο ρόλος του διδάσκοντα σε τέτοια προγράμματα είναι πολύ σημαντικός και δεν υποβαθμίζεται· το αντίθετο μάλλον συμβαίνει: εξειδικεύεται και γίνεται περισσότερο ενεργός.(Βαλασίδου, 2005)
Ο ρόλος αυτός όμως είναι διαφορετικός στα προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, σε σύγκριση με την παραδοσιακή διδασκαλία στην τάξη. Υλοποιώντας ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης από απόσταση, ορισμένοι εκπαιδευτές θα πρέπει να προετοιμάσουν το υλικό χωρίς καν να εμπλακούν σε αλληλεπίδραση με τους μαθητές τους. Στην περίπτωση, δε, που αυτό γίνει, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τις νέες τεχνολογίες και να μάθουν να διδάσκουν με αρκετά διαφορετικό τρόπο.
Έργο της διοίκησης είναι να εντοπίσει εκείνους που επιθυμούν να εξειδικευτούν στο περιεχόμενο των σπουδών, εκείνους που παρέχουν διαδραστική στήριξη στους φοιτητές, καθώς και εκείνους που είναι ικανοί να σχεδιάζουν και να παράγουν διαμεσολαβητικά επικοινωνιακά συστήματα. Χωρίς να χρειάζεται να ανησυχούν για τον σχεδιασμό του περιεχομένου των σπουδών ή την παρουσίασή του, οι διδάσκοντες σε ένα σύστημα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, μπορούν να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στη διευκόλυνση της μάθησης.
Οι μαθητές προγραμμάτων εξ αποστάσεως εκπαίδευσης για να πετύχουν στις σπουδές τους πρέπει να έχουν ικανοποιητικές γνώσεις στη χρήση των νέων τεχνολογιών ενώ οι υπηρεσίες του προγράμματος πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο ολοκληρωμένες και εύχρηστες.
Όπως αποδεικνύεται τόσο από την υπερδεκαετή λειτουργία του ΕΑΠ, όσο και από τον ίδιο τον ιδρυτικό του νόμο (Ν. 2552/1997, ΦΕΚ 266), με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση οι φοιτητές μπορούν να έχουν πρόσβαση σε περισσότερες και καλύτερες πηγές γνώσης απ ότι στο παρελθόν. ʼτομα με ειδικές ανάγκες ή φοιτητές με αναπηρία μπορούν να έχουν πρόσβαση στα ίδια μαθήματα όπως όλοι οι άλλοι - ακόμα και αν πρέπει να μένουν καθηλωμένοι στο σπίτι ή σε κάποιο ίδρυμα. Ενήλικες που έχουν ανάγκη εξειδικευμένης εκπαίδευσης για τη βελτίωση της σταδιοδρομίας ή των βασικών δεξιοτήτων τους, μπορούν να παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα σπουδών χωρίς να χρειάζονται να απομακρυνθούν από το σπίτι ή την τρέχουσα εργασία τους. Τα μαθήματα μπορούν να γίνουν όποτε θέλει ο φοιτητής, με όποιο ρυθμό προτιμά, και σχεδόν από οποιαδήποτε τοποθεσία.
Ταυτόχρονα, κι ενώ οι μαθητές έχουν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων και περισσότερες ευκαιρίες, θα πρέπει επίσης να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες για τη διαχείριση του τρόπου με τον οποίο μαθαίνουν, από την άποψη του πότε θα μελετήσουν, πόσο επιθυμούν να μάθουν, και πόσο θα προθυμοποιηθούν να αναζητήσουν πληροφορίες και πηγές. Ορισμένοι μπορεί να αποδειχθούν απρόθυμοι ή ανεπαρκώς εκπαιδευμένοι να αποδεχθούν αυτή την ευθύνη και ίσως χρειαστούν βοήθεια για την πραγματοποίηση των αναγκαίων προσαρμογών στον τρόπο μελέτης που ακολουθούν.
Η απόσταση που παρεμβάλλεται ανάμεσα στους φοιτητές και τους διδάσκοντες προκαλεί δυσκολίες στην επικοινωνία τους. Συνεπώς το εκπαιδευτικό υλικό θα πρέπει να είναι δομημένο κατά τέτοιο τρόπο που όχι μόνο να αναπληρώνει αυτό το κενό, αλλά παράλληλα και να επιτελεί τις διάφορες διδακτικές λειτουργίες που πραγματοποιούνται στην παραδοσιακή εκπαίδευση. Έτσι θα πρέπει : α) να καθοδηγεί το φοιτητή στη μελέτη του β) να περιέχει συγκεκριμένες ασκήσεις και εργασίες, γ) να επεξηγεί δύσκολα σημεία και έννοιες, δ) να αξιολογεί και να ενημερώνει το φοιτητή για την πρόοδό του, ε) να τον ενθαρρύνει να συνεχίσει και τέλος να του επιτρέπει να επιλέγει ελεύθερα τον τόπο, το χρόνο, καθώς και το ρυθμό της μελέτης του. (Νταραντούμης, 2007)
Με τον τρόπο αυτό, το διδακτικό υλικό καθίσταται θεμελιώδες στην εξΑΕ και εάν δεν διαθέτει τα ζητούμενα ποιοτικά χαρακτηριστικά, είναι δυνατόν να δημιουργήσει σοβαρότατα προβλήματα στη δομή λειτουργίας του εκπαιδευτικού σχήματος. Συνεπώς, είναι απαραίτητη η διαρκής αξιολόγηση του επιπέδου ποιότητας που προσδίδουν στη συνολική μαθησιακή εμπειρία των φοιτητών. Ωστόσο, δεν συμβαίνει το ίδιο και στη συμβατική εκπαίδευση, όπου η επιλογή του μαθησιακού υλικού και η εκπόνηση εργασιών είναι θέμα επιλογής του διδάσκοντα. (Λιοναράκης, 2002, σ.7)
Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση συνεπάγεται επίσης σημαντικές αλλαγές μέσα στους διάφορους εκπαιδευτικούς οργανισμούς. Με την παραδοσιακή διδασκαλία στην τάξη, το σώμα των φοιτητών καθορίζεται κατά κύριο λόγο από τη γεωγραφία, με την πλειονότητα των φοιτητών στις διάφορες σχολές να προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή. Ωστόσο, με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση καθίσταται δυνατόν να προσεγγιστούν φοιτητές σε οποιοδήποτε σημείο της χώρας ή του κόσμου.
Έτσι, θεωρητικά, κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα θα πρέπει να αποφασίσει σε ποια θέματα έχει το πλεονέκτημα, να εξειδικευτεί και να παρέχει εκπαίδευση μόνο πάνω σ αυτά. Είναι πιθανό το μελλοντικό εκπαιδευτικό σύστημα να μην έχει κανένα γεωγραφικό σύνορο. Αυτό σημαίνει ότι όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα πρέπει να επανεξετάσουν την στρατηγική τους.
Ως αποτέλεσμα των διαφοροποιήσεων που αναφέρθηκαν παραπάνω, η ποιότητα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης έχει φτάσει σήμερα σε υψηλά επίπεδα τα οποία είναι ήδη αναγνωρίσιμα. Τα μαθήματα είναι περισσότερο ανοικτά στο δημόσιο έλεγχο από ότι της παραδοσιακής διδασκαλίας, αφού είναι ευκολότερα προσβάσιμα από οποιονδήποτε.
Αυτό οδηγεί αφ ενός σε βελτίωση της ποιότητας και αφ ετέρου σε μια συνεχή υποχρέωση λογοδοσίας, καθιστώντας έτσι την εξ αποστάσεως εκπαίδευση ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστική έναντι των συμβατικών μεθόδων.
Βαλασίδου, Α., (2005), Παράγοντες επιτυχίας προγραμμάτων εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με νέες τεχνολογίες, Διδακτορική Διατριβή - Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ανακτήθηκε από https:// hdl.handle.net/2159/214
Λιοναράκης, Α., Παπαδημητρίου, Δ., (2002). Συγκριτική Μελέτη Ανοικτής εξ Αποστάσεως & Συμβατικής Εκπαίδευσης: Προκαταρτικά Δεδομένα της Ποιότητας της Μαθησιακής Εμπειρίας στο «Οι ΤΠΕ στην Εκπαίδευση», Τόμος B΄, Επιμ. Α. Δημητρακοπούλου, Πρακτικά 3ου Συνεδρίου ΕΤΠΕ, 26-29/9/2002, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, σσ. 3-12. Αθήνα: Καστανιώτης
Lionarakis, A., (2003), A preliminary framework for a theory of Open and Distance Learning the evolution of its complexity, στο Andras Szucs, Erwin Wagner (eds), The Quality Dialogue, Integrating Qality Cultures in Flexible, Distance and eLearning. Proceedings of the 2003 EDEN Annual Conference held in Rhodes, Greece, 15-18 June, 2003, σ. 42-47
Ματραλής, Χ. (1998). Ιδρύματα Ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Στο Βεργίδης, Δ., Λιοναράκης, Α., Λυκουργιώτης, Α., Μακράκης, Β. & Ματραλής, Χ., Ανοικτή και εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση. Θεσμοί και λειτουργίες, Τόμος Α, σσ. 37-94. Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.
Νταραντούμης, Θ., (2007). Εκπαιδευτικό Υλικό για εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση, ανακτήθηκε 1/11/2009 από https://www.aegean.gr/culturaltec/daradoumis/4ETDE104/04%20-%20Con-tent.ppt
Ντυρκέμ Ε. (1998). Η εκπαίδευση, η φύση της, ο ρόλος της Virtual School, The sciences of Education Online, τόμος 1, τεύχος 1, /Μτφρ. Θ. Ανθογαλίδου, ανακτήθηκε 31/10/2009 από http://www.auth.gr/virtualschool/1.1/TheoryResearch/DurkheimEducation.html
Τζάνη, Μ., Παμουκτσόγλου, Τ., (1998), Ταυτόν και Αλλοτριομορφοδίαιτον Το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Θεσσαλονίκη: Ερωδιός
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΪΤ
Αυτό το σάιτ χρησιμοποιεί Κώδικα Καταγραφής (ΚωΚ ή cookies) κυρίως για την προβολή διαφημίσεων από την Google - Μάθετε περισσότερα...