Από τα τρία βιβλία του Θανάση Νάκα με τίτλο "Γλωσσοφιλολογικά", εκδ. Παρουσία
Η γλώσσα του δοκιμίου
Το δοκίμιο ακολουθεί μία γραμματική πιο λόγια που διέπει συχνότερα τον επιστημονικό λόγο. Χρησιμοποιούνται δηλαδή περισσότερες εκφράσεις του τύπου "απεναντίας, αρχικά, τελικά, εξάλλου, συνεπώς" κτλ καθώς και μόρια και εκφράσεις που δηλώνουν τη στάση του σ απέναντι στα λεγόμενά του:"πιθανώς, βεβαίως, ενδεχομένως, σίγουρα" κτό. Η παρουσία τέτοιων εκφράσεων μέσα στα κείμενα έχει την ικανότητα να τα κατατάσσει ειδολογικά, αν και σε πολλές περιπτώσεις έχουμε δοκίμια που περισσότερο "λογοτεχνικά" και το αντίθετο. Επίσης στα δοκίμια χρησιμοποιούνται οι γνωμολογικές και αποφθεγματικές ρήσεις.
Τα ετυμολογικά - σημασιολογικά ζεύγη
Ανάμεσα στα δύο στοιχεία ενός ετυμολογικού ζεύγους (π.χ. κόμβος - κόμπος) δεν είναι πάντα δυνατή η ανταλλαγή. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου το ένα δεν μπορεί να υποκαταστήσει το άλλο, ούτε και αντιστρόφως. π.χ.
Η Λάρισα είναι συγκοινωνιακός κόμβος.
Ο κόμπος έφτασε στο χτένι.
Η χρήση της ενεργητικής μετοχής.
Ο Τζάρτζανος στην "Νεοελληνική Σύνταξι", απορρίπτει τη χρήση της μετοχής του ενεργητικού παρακειμένου "έχοντας τελειώσει" και των ομοίων της. Πιστεύει πως είναι κατασκεύασμα ξένο προς την δημοτική και προτείνει -ακόμα και για την περίπτωση του προτερόχρονου- τη χρήση μόνο της ενεργητικής μετοχής του ενεστώτα σε -οντας.
Για παράδειγμα αντί να λέμε:
Ψηλά στην εκκλησιά ο παπάς, έχοντας τελειώσει τον εσπερινό, καθόταν.
Καλύτερα να λέμε:
Ψηλά στην εκκλησιά ο παπάς, τελειώνοντας τον εσπερινό, καθόταν.
Εναλλακτικά προτείνει και τη χρήση των χρονικών συνδέσμων αφού, σαν, άμα κτλ δηλ
Ψηλά στην εκκλησιά ο παπάς, αφού τέλειωσε τον εσπερινό, καθόταν.
Το ίδιο καταδικάζει και τις μετοχές σε -(σ)αντας (π.χ. λύσαντας).
Ο Μπουμπουλίδης εν τούτοις πιστεύει ότι θα έπρεπε να εισαχθούν τεχνητά στη γλώσσα για να καλύψουν το κενό της έλλειψης μετοχής ενεργητικού αορίστου ενώ ο Σκαρίμπας τις χρησιμοποιεί κατά κόρον, ακολουθώντας το παράδειγμα του Εφταλιώτη, του Θεοτόκη και του Μαβίλη. Πάντως ο τύπος αυτός παραμένει αδόκιμος.
Η μετοχή σε -οντας χρησιμοποιείται με "περίεργο" τρόπο από τον Ελύτη. Η ιδιομορφία της χρήσης οφείλεται σε δύο παραμέτρους: Η πρώτη παράμετρος είναι το ότι σχηματίζει τύπους ενεργητικής μετοχής σε -οντας από ρήματα λόγιας προέλευσης (πχ. εορτάζοντας, κρούοντας) και η δεύτερη ότι τη χρησιμοποιεί -ενάρθρα- ως επιθετικό προσδιορισμό (πχ. ο νικήσαντας, ο σκυλεύοντας, η καίγοντας, τα μυρίζοντας κτό).(Η παράφρασή τους θα ήταν αυτός / αυτή /αυτά που...)
Και οι δύο χρήσεις αποκλίνουν από το κανονικό διότι:
α) Η κατάληξη -οντας είναι συνυφασμένη με την δημοτική και άρα η χρήση της σε καταφανώς λόγια ρήματα προκαλούν το γλωσσικό αισθητήριο. Το ίδιο συμβαίνει και με τις μετοχές του παθητικού ενεστώτα σε -(ό)μενος. Ενώ δηλαδή μπορούμε άνετα να πούμε "λυόμενο" από το λόγιο "λύω", δύσκολα λέμε "λυνόμενο" από το νεοελληνικό "λύνω". Αυτή είναι η "μορφολογική παρατυπία" του Ελύτη καθ' ότι αφορά στις μετοχές.
.β) Η "λειτουργική παρατυπία" τώρα, κατά την οποία χρησιμοποιεί το άρθρο μπροστά από την ενεργητική μετοχή (πχ. η χρυσίζοντας = εκείνη που χρυσίζει) πρέπει να συνδυαστεί και με την παράλληλη χρήση του ουσιαστικού μπροστά και από αναφορικές προτάσεις: "η που πατείς", "η που ξυπνάς" κτλ. Είναι δηλαδή περισσότερο ένας ιδιωματισμός του ύφους του ποιητή παρά ένα γενικότερο γλωσσικό φαινόμενο.
Ο ρόλος των ΜΜΕ στη γλώσσα - Το μονοτονικό
Το γλωσσικό πρόβλημα για την χώρα μας τελειώνει με τη μεταρρύθμιση του 1976. Τα ΜΜΕ υιοθετούν ανεξαίρετα τη δημοτική και ταυτόχρονα αναδεικνύονται σε κυρίαρχα μέσα προβολής και διάδοσης των γλωσσικών προτύπων χωρίς -ασφαλώς- να δημιουργούν μια νέα γλώσσα, αντίθετα, προβάλλουν το "επικρατούν" ιδίωμα που τείνει να εξελιχθεί σε "επίσημη" κατά κάποιο τρόπο γλώσσα. Συνεπώς ο δημοσιογραφικός λόγος είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος που πρέπει να λάβει υπ' όψιν του ο γλωσσολόγος κατά την διαδικασία καταγραφής των γλωσσικών εξελίξεων.
Σε πολλές περιπτώσεις ο δημοσιογραφικός λόγος, με την επιρροή και των ξένων γλωσσικών δανείων δημιουργεί νεολογισμούς που επί του παρόντος τουλάχιστον ξενίζουν. (πχ. τα "παραθετικά σύνθετα" του τύπου νόμος-πλαίσιο το οποίο είναι μετάφραση από τα γαλλικά του loi-cadre)...
Όπως και να 'χει πάντως το πράγμα, ο δημοσιογραφικός λόγος έχει πλέον υποσκελίσει την λογοτεχνία στον τομέα της παροχής των γλωσσικών προτύπων, χωρίς βέβαια να της έχει στερήσει εντελώς την συμβολή της στην δημιουργία μιας νέας Γραμματικής.
Σε κάθε όμως περίπτωση, η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος υπήρξε θετική εξέλιξη για τη γλώσσα μας, αφού μας απάλλαξε από το πλήθος των δύσκολων και πολλές φορές αντιεπιστημονικών κανόνων τονισμού.
Η μεταρρύθμιση ασφαλώς δημιούργησε κάποια προβλήματα, αλλά αυτά εντοπίζονται κυρίως στον χώρο εκείνων που δεν ήταν συνηθισμένοι στη χρήση της δημοτικής.
Η διδασκαλία της γραμματικής
Υπάρχουν ορισμένα γλωσσικά φαινόμενα που δεν καλύπτονται από τον σημερινό τρόπο διδασκαλίας της γραμματικής. Για παράδειγμα ο τρόπος δημιουργίας των μετοχών, τόσο της ενεργητικής φωνής όσο και της παθητικής και η σχέση που έχουν με τη λόγια προέλευση των ρημάτων δεν αξιολογείται και δεν διδάσκεται όπως πρέπει.
Είναι σημαντικό όμως να διαχωρίσουμε και να κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας τους -για παράδειγμα του ρήματος "λύω". Το ρήμα αυτό αν και προέρχεται από την αρχαία γλώσσα, διατηρείται ακόμα και σήμερα σε πολλές περιπτώσεις. Παρ΄ όλα αυτά χρησιμοποιείται ευρύτατα πλέον το "λύνω". Έτσι μπορούμε να πούμε "το λυόμενο σπίτι" (και όχι λυνόμενο) αλλά δεν μπορούμε να πούμε "το κοβόμενο ψωμί". Η μετοχή δηλαδή του παθητικού ενεστώτα διατηρείται μόνο για τα ρήματα με λόγια προέλευση.
Παράδειγμα λανθασμένης διδασκαλίας της μετοχής:
Τα ρήματα που τελειώνου σε -εύω σχηματίζουν τα μεν λόγια τις μετοχές του παρακειμένου σε -ευμένος τα δε νεοελληνικά σε -(ε)μένος. πχ μαγεύω - μαγεμένος και εκπαιδεύω - εκπαιδευμένος. Η μετοχή αυτή εξαρτάται κυρίως από την κατάληξη του ενεργητικού αορίστου. Αν ο αόριστος τελειώνει σε -ψα, τότε η μετοχή τελειώνει σε -(ε)μένος ενώ αν ο αόριστος τελειώνει σε -ευσα τότε και η μετοχή τελειώνει σε -ευμένος. Η διαδικασία αυτή, του περάσματος δηλαδή πρώτα από τον αόριστο για την δημιουργία της μεσοπαθητικής μετοχής πρέπει να γίνει αντικείμενο συστηματικότερης διδασκαλίας της σχολικής γραμματικής.
Μεγάλη σημασία πρέπει επίσης να δοθεί και στα συνωνυμικά ζεύγη λέξεων του τύπου άλογο-ίππος, άρτος-ψωμί, εξώστης-μπαλκόνι, οίκος - σπίτι κτλ.
Η παραδοσιακή γραμματική δεν μπορεί να καλύψει ούτε την περίπτωση του επιρρήματος, στο οποίο μόλις πρόσφατα άρχισε να αναγνωρίζεται η κύρια σημασία του στο λόγο. Ο διαχωρισμός και η ταξινόμηση των επιρρημάτων και σε "προτασιακό επίπεδο" είναι πλέον απαραίτητος, πέρα από τον κλασσικό του τόπου, χρόνου κλπ που γίνεται εως τώρα. Ο μόνος τρόπος για να γίνει η διδασκαλία της "παραγνωρισμένης" μέχρι πρόσφατα αυτής ιδιότητας του επιρρήματος είναι η παράφρασή του.
πχ. Η Μαρία με κοιτάζει περίεργα. ( Παράφραση: Η Μ. με κοιτάζει με περίεργο τρόπο)
Περιέργως η Μαρία με κοιτάζει περίεργα. ( Παράφραση: Θεωρώ περίεργο το γεγονός ότι η Μ. με κοιτάζει)
Η χρήση της μεσοπαθητικής μετοχής
Σύμφωνα με τον Θανάση Νάκα η κατάληξη -οντας είναι συνυφασμένη με την δημοτική και άρα η χρήση της σε καταφανώς λόγια ρήματα προκαλούν το γλωσσικό αισθητήριο. Το ίδιο συμβαίνει και με τις μετοχές του παθητικού ενεστώτα σε -(ό)μενος. Ενώ δηλαδή μπορούμε άνετα να πούμε "λυόμενο" από το λόγιο "λύω", δύσκολα λέμε "λυνόμενο" από το νεοελληνικό "λύνω". Το αντίθετο υποστηρίζει ο Mirabel ο οποίος υποστηρίζει μάλιστα ότι η παρουσία τους μέσα στο σύστημα της γραμματικής της Νέας Ελληνικής είναι συστηματική και μάλιστα μιλάει για αντίθεση ενεστωτικού και αοριστικού θέματος : λυνόμενος-λυμένος, δενόμενος-δεμένος, διαβαζόμενος - διαβασμένος κλπ.
Στην επόμενη πάντως υποσημείωση παρατίθεται πίνακας στον οποίο -κατά τον Νάκα- φαίνεται ο "αδόκιμος" σχηματισμός παθητικής μετοχής ενεστώτα από μη λόγια ρήματα καθώς και ο επίσης "αδόκιμος" σχηματισμός ενεργητικής μετοχής από λόγιας όμως προέλευσης ρήματα αυτή τη φορά. (Όσων λέξεων προηγείται αστερίσκος, η χρήση θεωρείται ότι πρέπει να αποφεύγεται. Όσων λέξεων προηγείται ερωτηματικό, η χρήση δεν θεωρείται βέβαια. )
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ | ΕΝΕΡΓΗΤ.ΜΤΧ | ΠΑΘ.ΜΤΧ.ΕΝΕΣΤ. | ΠΑΘ.ΜΤΧ.ΠΡΚ |
κόβω | κόβοντας | *κοβόμενος | κομμένος |
διακόπτω | διακόπτοντας | διακοπτόμενος | διακεκομένος |
(*διακόβω) | |||
αλλάζω | αλλάζοντας | *αλλαζόμενος | αλλαγμένος |
απαλλάσσω | απαλλάσσοντας | απαλλασσόμενος | απη-(απα)λλαγμένος |
(*απαλλάζω) | |||
μεταλλάσσω | ?μεταλλάσσοντας | μεταλλασσόμενος | |
λύνω | λύνοντας | *λυνόμενος | λυμένος |
λύω | *λύοντας | λυόμενος | |
διαλύω | διαλύοντας | διαλυόμενος | |
(*διαλύνω) | |||
επιλύω | ?επιλύοντας | ||
σέρνω | σέρνοντας | *σερνόμενος | (σερνάμενος) |
σύρω | *σύροντας | συρόμενος | |
παρασύρω | παρασύροντας | παρασυρόμενος | παρασυρμένος |
επισύρω | ?επισύροντας | ||
θεμελιώνω | θεμελιώνοντας | *θεμελιωνόμενος | θεμελιωμένος |
θεμελιώ | *θεμελιούντας | θεμελιούμενος |
Το επίρρημα. Η θέση του στην πρόταση και η χρήση του
Σε αντίθεση με την παραδοσιακή γραμματική, η νεότερη έχει διευρύνει το πεδίο χρήσης του επιρρήματος, σε δύο νέους τομείς που σχετίζονται περισσότερο με την πρόταση ως σύνολο παρά με το ρήμα μεμονωμένο, όπως θεωρούταν μέχρι σήμερα.
Έτσι διακρίνονται πλέον τρία επίπεδα λειτουργίας του επιρρήματος:
α. Το καθαυτό επιρρηματικό επίπεδο, όπου προσδιορίζεται ο τρόπος, ο χώρος, ο χρόνος κλπ της πράξης που υποδηλώνει το ρήμα.
πχ. Ο Κώστας έπαιξε καλά.
β. Το επίπεδο προσδιορισμού ενός συνόλου ρήματος-επιρρήματος, όπου ο προσδιορισμός δεν αναφέρεται άμεσα στο ρήμα αλλά και στο συνοδεύον αυτό επίρρημα.
πχ. Ο Κώστας έπαιξε καλά χτες.
(Το "χτες" αναφέρεται και στο "καλά" και στο "έπαιξε")
γ. Το επίπεδο προσδιορισμού μιας φράσης, ανεξάρτητα από το ρήμα, όπου ο προσδιορισμός πλέον αναφέρεται στο σύνολο της ενέργειας και δείχνει τη στάση του ομιλητή απέναντι σ' αυτήν.
πχ. Παραδόξως, ο Κώστας έπαιξε καλά χτες.
(Το "παραδόξως", εδώ υποδηλοί την κρίση του ομιλητή, προετοιμάζει τον ακροατή για την επόμενη πρόταση, είναι ένα είδος σχολίου).Τα επιρρήματα αυτά ονομάζονται προτασιακά και μπορεί άλλοτε να καθορίζουν την τιμή αλήθειας μιας πρότασης, άλλοτε να την σχολιάζουν και άλλοτε να εκφράζουν τη στάση του ομιλητή απέναντι στα λεγόμενα
Η συμβολή του Τζάρτζανου στη δημιουργία του Συντακτικού
Στις σελίδες αυτές, ο Νάκας, πραγματεύεται η αξία της συμβολής του Αχ. Τζάρτζανου στην δημιουργία του συντακτικού της Νέας Ελληνικής και αντιδιαστέλλει τη χρήση των επιρρημάτων σε -ως και -α (ακριβώς - ακριβά). Επίσης γίνεται αντιδιαστολή της χρήσης του μορίου ως και του μορίου σαν στην εισαγωγή του κατηγορούμενου. Σε υποσημείωση γίνεται πάντως αναφορά και στην εξέλιξη αυτού του ζητήματος, όπου επισημαίνεται ότι στη σημερινή γλώσσα το σαν τείνει να επικρατήσει σε όλες τις χρήσεις, όπως και τα επιρρήματα σε -α, αν και σε αρκετές περιπτώσεις, ιδιαίτερα όταν υπάρχει σημασιολογική αιτία διατηρούνται ακόμα τα επίθετα σε -ως (απλά =με απλό τρόπο, απλώς = μόνον).
Αναφέρεται επίσης η αντίθεση του Τζάρτζανου στον σχηματισμό της "μετοχής" του ενεργητικού παρακειμένου με το βοηθητικό ρήμα "έχω" πχ. "έχοντας λύσει" και τέλος επανέρχεται στο θέμα της δημιουργίας των ενεργητικών και παθητικών μετοχών από λόγιας και λαϊκής προέλευσης ρήματα, με τον τρόπο που σημειώνεται και παραπάνω.
Ταξινόμηση και χρήση των προτασιακών επιρρημάτων
(Για την κατανόηση αυτών των στοιχείων καλύτερα να διαβαστούν πρώτα οι σημειώσεις που αναφέρονται παρακάτω σ’ αυτήν τη σελίδα σχετικά με το επίρρημα και τη θέση του στην πρόταση καθώς και τη χρήση του)
Ακολουθώντας τους Chomsky, Steiniz και Greenbaum, ο Νάκας προτείνει για την χρήση των επιρρημάτων την εξής ταξινόμηση σε σχέση με τη λειτουργία τους μέσα στην πρόταση:
Κατ΄ αρχήν τα χωρίζει σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τους επιρρηματικούς προσδιορισμούς και τα επιρρηματικά συμπληρώματα. Από τις δύο αυτές κατηγορίες μόνο η πρώτη έχει υποκατηγορίες, ενώ ως επιρρηματικά συμπληρώματα (εννοείται της φράσης) εκλαμβάνονται μόνο τα προσαρτήματα. Στην κατηγορία όμως των επιρρηματικών προσδιορισμών διακρίνονται τέσσερις ακόμα διαφορετικές νοηματικές λειτουργίες του επιρρήματος και αυτές είναι: α) οι διορισμοί, β) οι επιδιορισμοί , γ) οι παραδιορισμοί και δ) οι προ-σύνδεσμοι ή συζευκτικά επιρρήματα. Όλοι αυτοί οι προσδιορισμοί μπορούν να είναι ή τροπικοί ή τοπικοί ή στάσης ή κατεύθυνσης ή διαβαθμιστικοί ή να έχουν τέλος πάντων κάποια από τις χροιές που μπορεί να προσδώσει ένα επίρρημα. Οι παραδιορισμοί και οι προσύνδεσμοι είναι τα λεγόμενα προτασιακά επιρρήματα.
Σχηματικά λοιπόν η πρόταση μπορεί να προσδιορίζεται επαυξανόμενη από ένα επίρρημα ή μια επιρρηματική φράση ως εξής:
Παρατηρήσεις:
i. Η σειρά Πρόταση-Προσδιορισμός-Συμπλήρωμα είναι μόνον ενδεικτική
ii. Τα Συμπληρώματα (Προσαρτήματα) αποτελούν υποχρεωτικά συστατικά της πρότασης και ανήκουν στον πυρήνα του κατηγορήματος.
(Κατηγόρημα = [Ρήμα+ Αντικείμενο+ Προσάρτημα]+ Διορισμός+ Επιδιορισμός).
iii.Κατά συνέπεια οι Παραδιορισμοί και οι Προσύνδεσμοι δεν αποτελούν μέρη του κατηγορήματος και άρα:
iv. Μια πρόταση αποτελείται από το Υποκείμενο + Κατηγόρημα και προσδιορίζεται ανεξάρτητα από κάποιον προσύνδεσμο ή κάποιον παραδιορισμό.
Παράδειγμα:
Ως γνωστόν, στη μάχη των Θερμοπυλών, ο εφιάλτης οδήγησε τους Πέρσες στα νώτα των Ελλήνων από ένα κρυφό μονοπάτι.
Ως γνωστόν : | Παραδιορισμός (Διαθεσιακός) |
στη μάχη των Θερμοπυλών : | Επιδιορισμός (Χρονικός) |
στα νώτα των Ελλήνων : | Προσάρτημα (Κατεύθυνσης) |
από ένα κρυφό μονοπάτι : | Διορισμός (Κατεύθυνσης) |
Τα κριτήρια με τα οποία κάνουμε διάκριση ανάμεσα στους ΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ, τους ΕΠΙΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ και τους ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ(τα προτασιακά) είναι περισσότερο κριτήρια συντακτικά και τα κυριότερα είναι:
i . Η άρνηση.
ii . Η θέση και ο επιτονισμός.
iii . Η δυνατότητα αντικατάστασης από αντ-επιρρήματα.
iv. Η ιδιότητα της σύνταξης με ρήματα οριστικής έγκλισης.
v. Η παράφραση.
vi. Η παρατακτική σύνδεση ή ο ασύνδετος συνδυασμός τους.
Αναλυτικότερα:
i. Με το κριτήριο της άρνησης ξεχωρίζουμε τους ΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ από τους ΕΠΙΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ και τους ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Σύμφωνα με το κριτήριο αυτό, εάν διατυπώσουμε την πρόταση αρνητικά τότε εκείνο που αρνείται κανείς είναι το επίρρημα (ή την επιρρηματική έκφραση) και όχι το ρήμα. Π.χ.:
Η Μαρία έφαγε γρήγορα => Η Μαρία δεν έφαγε γρήγορα,
Το γρήγορα είναι ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ(τρόπου) διότι η άρνηση σημαίνει ότι η Μαρία και πάλι έφαγε, μόνο που δέν έφαγε γρήγορα. Δεν αρνούμαστε δηλαδή το ρήμα αλλά το επίρρημα.Το αντίθετο συμβαίνει με τις υπόλοιπες επιρρηματικές κατηγορίες. Δηλαδή:
Η Μαρία έφαγε από τεμπελιά | => |
Η Μαρία δεν έφαγε από τεμπελιά = Επιδιορισμός |
Η Μαρία έφαγε ευτυχώς |
=> |
Η Μαρία δεν έφαγε ευτυχώς = Παραδιορισμός |
ii. Με το κριτήριο της θέσης και του επιτονισμού ξεχωρίζουμε τους ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ και τους ΕΠΙΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Αυτά τα δύο αποτελούν συνήθως ξεχωριστή προσωδιακή ενότητα και κατά κύριο λόγο τοποθετούνται στην αρχή της πρότασης.
Ευτυχώς, η Μαρία δεν έφαγε. = ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Χτες, η Μαρία δεν έφαγε. = ΕΠΙΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
ενώ:
*Βιαστικά, η Μαρία δεν έφαγε = ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
(Δεν μπορούμε να αρνηθούμε το ρήμα αφού πρώτα το προσδιορίσουμε.)
iii. Με το κριτήριο της δυνατότητας αντικατάστασης από αντ-επιρρήματα, ξεχωρίζουμε τους ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ, καθότι μόνο αυτοί δεν είναι δυνατόν να αντικατασταθούν με κάποιο άλλο "αντ-επίρρημα" και ούτε μπορούν να απαντήσουν σε ερωτήσεις "μερικής άγνοιας" που εισάγονται για παράδειγμα με το "πώς".
Δηλαδή:
Η Μαρία έφαγε πολύ. => Τόσο δεν τρώνε ούτε δύο άντρες. = ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Η Μαρία δεν έφαγε από τεμπελιά => Για τον ίδιο λόγο δεν έφαγε και χτες = ΕΠΙΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Η Μαρία έφυγε με τα πόδια => Με τον ίδιο τρόπο άλλωστε ήρθε = ΕΠΙΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Όμως:
Ευτυχώς η Μαρία έφυγε => *Με τον ίδιο τρόπο άλλωστε ήρθε = ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
(Διότι δεν μπορεί να αντικατασταθεί από το "με τον ίδιο τρόπο" και επίσης διότι δεν μπορεί να απαντήσει στην ερώτηση "πώς έφυγε;". Το "έφυγε ευτυχώς" δεν δίνει σωστή απάντηση).
iv. Με το κριτήριο της ιδιότητας της σύνταξης με ρήματα οριστικής έγκλισης, ξεχωρίζουμε επίσης τους ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ, καθότι αυτοί έχουν την ιδιότητα να συνάπτονται γενικά μόνον με προτάσεις που το ρήματος βρίσκεται στην οριστική έγκλιση. Δηλ:
Φύγε σήμερα / γρήγορα = ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
*Φύγε, ευτυχώς. = ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
v. Με το κριτήριο της παράφρασης ξεχωρίζουμε και πάλι τους ΠΑΡΑΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Λέμε δηλαδή ότι ένα επίρρημα ή μια επιρρηματική έκφραση αποτελεί Παραδιορισμό ή Προτασιακό επίρρημα όταν παραφράζεται ως εξής:
1. Το ότι ...(Πρόταση) είναι ....(Επίθετο προερχόμενο από το επίρρημα)
2. Είναι ...(Επίθετο προερχόμενο από το επίρρημα)... ότι...(Πρόταση)
3.Το ότι...(Πρόταση)...είναι ένα(Επίθετοπροερχόμενο από το επίρρημα) συμβάν.
Τα προτασιακά επιρρήματα, οι παραδιορισμοί δηλαδή, μπορεί άλλοτε να καθορίζουν την τιμή αλήθειας μιας πρότασης, άλλοτε να την σχολιάζουν και άλλοτε να εκφράζουν τη στάση του ομιλητή απέναντι στα λεγόμενα. Υπάρχουν επίσης και επιρρήματα που αναφέρονται στην αλήθεια της πρότασης (βεβαίως, αναμφιβόλως, αναντιρρήτως κλπ) καθώς και εκείνα που τη σχολιάζουν αλλιώς πως (δυστυχώς, ευτυχώς, περιέργως,αναγκαστικά, τυχαία κλπ.).
Η μετοχή στα Νέα Ελληνικά
Γενικά, στην ΝΕ (Νέα Ελληνική) οι ονοματικοί τύπου του ρήματος έχουν περιοριστεί δραστικά, ενώ αντίθετα άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες τους ανέπτυξαν. Έτσι από το απαρέμφατο επιβίωσε μόνο στους τύπους λύσει και λυθεί ενώ και από τη μετοχή μόνο τρεις επιζούν:
Η ενεργητική μετοχή του ενεστώτα με κατάληξη -οντας και μάλιστα άκλιτη, και οι δύο μεσοπαθητικές• πρώτα του παρακειμένου με κατάληξη -μενος και κατά δεύτερο λόγο του ενεστώτα με κατάληξη -όμενος η οποία και δένει καλά μόνο με τα ρήματα που έχουν λόγια προέλευση και όχι με τα αμιγώς νεοελληνικά. Οι μετοχές σε -θείς, -άμενος, ούμενος είναι ελάχιστες και κυρίως απλές μεταγραφές από την αρχαία γλώσσα, και πρέπει να τις χρησιμοποιούμε με μέτρο και μόνον όταν η δημοτική δεν μας δίνει παρά βοήθεια φτωχή και δυσκολοεφάρμοστη.
Οι μετοχές της παθητικής φωνής σε όμενος και -μένος δεν έχουν μόνο ονοματική χρήση, δηλαδή δεν είναι μόνο επίθετα ή ουσιαστικά, αλλά κατά ένα ποσοστό που ανέρχεται -στο δημοσιογραφικό λόγο- γύρω στο 18%, έχουν και επιρρηματική χρήση, δηλαδή προσδιορίζουν τη φράση ως προς το χρόνο, τον τρόπο την αιτία κτλ.
Παραδείγματα επιρρηματικής χρήσης της μετοχής:
"Παρακινημένος από τη σκέψη..."
"Αυτή η μετάφραση συγκρινόμενη με το πρωτότυπο..."
Είναι γεγονός ότι η ΝΕ σε σύγκριση με την ΑΕ, διαθέτει πολύ λιγότερους τύπους μετοχής, 3 έναντι 13 και μάλιστα όλων εκείνων κλιτών. Σήμερα η μετοχή της ενεργητικής φωνής χρησιμοποιείται κυρίως επιρρηματικά, ενώ αντίθετα οι μετοχές της παθητικής κυρίως επιθετικά.
Σύμφωνα με τον Miramel η ενεργητική μετοχή έχει μεταπέσει πλέον σε γερούνδιο, ενώ γενικά η μετοχή έχει χάσει την έννοια του χρόνου και προσδίδει μόνο το "ποιόν της ενέργειας" σε αντίθεση με την ΑΕ.
Το επίρρημα. Η θέση του στην πρόταση και η χρήση του
Στις σελίδες αυτές γίνεται επανάληψη των στοιχείων που περιέχονται στις προηγούμενες σημειώσεις του παρόντος. Συμπερασματικά προκύπτουν τα εξής δεδομένα: Τα επιρρήματα ή οι επιρρηματικές εκφράσεις, λειτουργούν σε τρία επίπεδα μέσα στην πρόταση, όταν δεν αποτελούν "αναγκαστικό" της συμπλήρωμα, αλλά παίζουν το ρόλο του "προσδιορισμού". Οι λειτουργίες αυτές είναι: α) διορισμός, β) επιδιορισμός και γ) παραδιορισμός. Η σειρά με την οποία αναφέρονται εδώ αυτές οι τρεις κατηγορίες προσδιορισμών υποδηλώνει αντίστοιχα και τη στενότερη (συντακτική και νοηματική) σχέση τους με το ρήμα. Αυτό σημαίνει ότι ο διορισμός έχει μεγαλύτερη συνάφεια με το ρήμα, ο επιδιορισμός μικρότερη και τέλος ο παραδιορισμός από ελάχιστη έως καθόλου, αφού μπορεί να αναφέρεται σ' ολόκληρη την πρόταση ως σύνολο.
Παράδειγμα:
O Γιάννης θυμωμένος (Επιδιορισμός) δεν διεκπεραίωσε τις υποθέσεις του έξυπνα (Διορισμός)
Η λέξη "έξυπνα", προσδιορίζει την ίδια την ενέργεια του ρήματος, υπονοεί "με έξυπνο τρόπο", ενώ το "θυμωμένος", προσδιορίζει το "συμβαίνειν", το "λαμβάνειν χώραν" αυτής της ενέργειας, χώρια που αναφέρεται εμμέσως και στο υποκείμενο, αφού συμφωνεί μ' αυτό σε γένος, πτώση και αριθμό, είναι δηλαδή ελαφρώς πιο "απομακρυσμένη" συντακτικά από το ρήμα.
Η άρνηση επίσης, πιστοποιεί τη διαφορά μεταξύ επιδιορισμού και διορισμού. Στον διορισμό, δηλαδή, η άρνηση δεν πηγαίνει στο ρήμα, αλλά στο επίρρημα. Άρα, ο Γιάννης ναι μεν διεκπεραίωσε τις υποθέσεις του, αλλά οχι έξυπνα. Στο επόμενο παράδειγμα φαίνεται η σχέση μεταξύ διορισμού και παραδιορισμού:
Έξυπνα (Παραδιορισμός) ο Γιάννης δεν επιστρέφει σπίτι του θυμωμένος (Διορισμός)
Το "θυμωμένος" εδώ έχει τη χρήση του "έξυπνα" στο προηγούμενο παράδειγμα, είναι δηλαδή διορισμός αφού, αφ' ενός αναφέρεται άμεσα στο ρήμα και αφ' ετέρου η άρνηση δεν στοχεύει το ρήμα αλλά αυτό το ίδιο το επίρρημα.
Αντίθετα βλέπουμε ότι το "έξυπνα", δεν σημαίνει "με έξυπνο τρόπο" όπως παραπάνω, αλλά: "το ότι ο Γιάννης δεν επιστρέφει σπίτι του θυμωμένος, είναι έξυπνο από μέρους του", δηλαδή, το αντίστοιχο επίθετο αποδίδεται ως χαρακτηρισμός σε ολόκληρη την πρόταση, είναι με λίγα λόγια παραδιορισμός ή προτασιακό επιρρηματικό.
Με τα προτασιακά αυτά επιρρηματικά μπορεί ο ομιλητής να σχολιάζει ποικιλότροπα αυτό που λέγεται στην πρόταση, είτε ως προς την τιμή της αλήθειάς του ( βεβαίως, σίγουρα, πιθανώς, ίσως, ενδεχομένως), είτε εκφράζοντας μιαν αξιολόγηση του υποκειμένου (βλακωδώς, έξυπνα, παιδαριωδώς), είτε εκδηλώνοντας την προσωπική του στάση ή διάθεση (ευτυχώς, δυστυχώς, περιέργως, παραδόξως). Την ίδια λειτουργία έχουν και τα κοντολογίς, μ 'άλλα λόγια, συμπερασματικά, συγκεκριμένα κ.ά., που συνήθως δεν αποτελούν τροπικό προσδιορισμό κάποιου ρήματος, αλλά προσδιορίζουν τον τρόπο της επικοινωνίας, την μορφή της διατύπωσης γι' αυτό το λόγο λέγονται και μεταγλωσσικά.
Στο επίπεδο του επιδιορισμού ("θυμωμένος" του πρώτου παραδείγματος), λειτουργούν και τα λεγόμενα αποψιακά επιρρήματα. πχ. Η Ελλάδα, οικονομικά και πολιτικά, έχει συμφέρον να ενταχθεί στην ΟΝΕ. = από οικονομική και πολιτική άποψη.
Υπάρχουν τέλος, στο επίπεδο των παραδιορισμών, των προτασιακών δηλαδή, και οι προ-σύνδεσμοι, ή συζευκτικά επιρρήματα. Αυτά λειτουργούν όχι πια προσδιοριστικά άλλα συνδετικά. Δεν έχουν βέβαια τη λειτουργία των συνδέσμων και ,ή, είτε ,ούτε κλπ, αλλά λειτουργούν ως "κειμενικοί σύνδεσμοι" υπερ-προτασιακά, συνδέοντας μεταξύ τους περιόδους, παραγράφους ή ευρύτερες κειμενικές ενότητες. Τέτοια είναι τα αρχικά και τελικά, τώρα, λοιπόν, άρα, ώστε ,επομένως κ.α.ό.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΪΤ
Αυτό το σάιτ χρησιμοποιεί Κώδικα Καταγραφής (ΚωΚ ή cookies) κυρίως για την προβολή διαφημίσεων από την Google - Μάθετε περισσότερα...