ΠΡΑΞΗ ΠΕΜΠΤΗ - ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Οδός εις Μάντουαν
(Enter ROMEO). | (Εισέρχεται ο ΡΩΜΑΙΟΣ). | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
If I may trust the flattering truth of sleep, | Εάν μπορώ να εμπιστευτώ, του ύπνου τις κολακείες | |
My dreams presage some joyful news at hand: | ένα όνειρο μου μήνυσε χαρούμενα μαντάτα! | |
My bosom's lord sits lightly in his throne; | Του στήθους μου ο βασιλιάς, θρονιάστηκε γελώντας | |
And all this day an unaccustom'd spirit | κι όλη τη μέρα διάθεση όχι συνηθισμένη | |
5 | Lifts me above the ground with cheerful thoughts. | από τη γη με στοχασμούς φαιδρούς μ’ ανασηκώνει. |
I dreamt my lady came and found me dead-- | Είδα στον ύπνο πως νεκρό, η αγάπη μου με βρήκε | |
Strange dream, that gives a dead man leave to think!-- | -τι όνειρο κι αυτό, να σκέφτονται οι πεθαμένοι- | |
And breathed such life with kisses in my lips, | και φύσηξε τόση ζωή, φιλώντας μου τα χείλη | |
That I revived, and was an emperor. | ώστε αναστήθηκα με μιας κι έγινα βασιλέας[1]! | |
10 | Ah me! how sweet is love itself possess'd, | Αχ, πόση θα ‘χει απόλαυση η ζωντανή αγάπη, |
When but love's shadows are so rich in joy! | αν της αγάπης η σκιά, δίνει τέτοια ευτυχία! | |
(Enter ROMEO’s man BALTHASAR). | (Εισέρχεται ο ΒΑΛΤΑΣΑΡ). | |
News from Verona!--How now, Balthasar! | Νέα απ’ τη Βερόνα μας! Έλα, έλα Βαλτάσαρ! | |
Dost thou not bring me letters from the friar? | Μην έχεις γράμματα για με, από τον αδελφό μας; | |
How doth my lady? Is my father well? | Τι κάνει η γυναίκα μου; Είναι καλά ο πατέρας; | |
15 | How fares my Juliet? that I ask again; | Πώς είν’ η Ιουλιέτα μου; Αυτό ξαναρωτάω |
For nothing can be ill, if she be well. | γιατί αν είναι αυτή καλά, τίποτα δεν χαλάει. | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
Then she is well, and nothing can be ill: | Τότε καλά είναι αυτή και τίποτα δεν τρέχει[2]. | |
Her body sleeps in Capel's monument, | Στων Καπουλέτων κείτεται, το σώμα της, το μνήμα | |
And her immortal part with angels lives. | κι η αθάνατη ψυχή της ζει, ανάμεσα σε αγγέλους. | |
20 | I saw her laid low in her kindred's vault, | Είδα στον οικογενειακό τάφο της να τη βάζουν |
And presently took post to tell it you: | κι αμέσως εξεκίνησα να ‘ρθω να στα προλάβω. | |
O, pardon me for bringing these ill news, | Συγχώρα με που έφερα τέτοια κακά μαντάτα. | |
Since you did leave it for my office, sir. | αλλά εσύ μου ανάθεσες, αφέντη, αυτό το χρέος. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
Is it even so? then I defy you, stars! | Είναι αλήθεια όλ' αυτά; Δεν σας ψηφώ αστέρια[3]! | |
25 | Thou know'st my lodging: get me ink and paper, | Ξέρεις που είν’ το σπίτι μου. Φέρε χαρτί, μελάνι |
And hire post-horses; I will hence to-night. | και νοίκιασέ μου άλογα. Φεύγω από δω απόψε. | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
I do beseech you, sir, have patience: | Σ’ εκλιπαρώ αφέντη μου, υπομονή να κάνεις. | |
Your looks are pale and wild, and do import | Το πρόσωπό σου είναι χλωμό και άγριο, και δείχνει | |
Some misadventure. | κάποια κανούρια συμφορά. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
30 | Tush, thou art deceived: | Γελιέσαι δίχως άλλο! |
Leave me, and do the thing I bid thee do. | Άσε με τώρα και αυτό που σου ‘πα τρέχα κάμε. | |
Hast thou no letters to me from the friar? | Δεν έχεις γράμματα για με από τον αδερφό μας; | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
No, my good lord. | Όχι αφέντη μου καλέ. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
No matter: get thee gone, | Καλά, φύγε αμέσως. | |
35 | And hire those horses; I'll be with thee straight. | και νοίκιασε μου τ’ άλογα. Θα ‘ρθω και γώ σε λίγο. |
Well, Juliet, I will lie with thee to-night. | Λοιπόν Ιουλιέτα μου μαζί σου απόψε θα πλαγιάσω. | |
Let's see for means: O mischief, thou art swift | Ας βρω τα χρειαζούμενα. Τι γρήγορα που μπαίνεις | |
To enter in the thoughts of desperate men! | σκέψη κακή και πονηρή στο νου τ’ απελπισμένου! | |
I do remember an apothecary,-- | Θυμάμαι ότι συνάντησα έναν φαρμακοπώλη. | |
40 | And hereabouts he dwells,--which late I noted | Εδώ τριγύρω κατοικεί, τον είδα τις προάλλες |
In tatter'd weeds, with overwhelming brows, | με ξεσχισμένη ‘ντυμασιά, με φρύδια σουφρωμένα | |
Culling of simples; meagre were his looks, | να ξεδιαλέγει αγριόχορτα. Αδύνατος στην όψη | |
Sharp misery had worn him to the bones: | τον είχε ως το κόκαλο η φτώχεια φαγωμένο. | |
And in his needy shop a tortoise hung, | Και στ’ αδειανό του μαγαζί, κρεμόταν μια χελώνα | |
45 | An alligator stuff'd, and other skins | ένας ξερός κροκόδειλος και δέρματα ακόμη |
Of ill-shaped fishes; and about his shelves | ψαριών κακάσχημων πολύ. Στα ράφια του επάνω | |
A beggarly account of empty boxes, | διάσπαρτα εδώ κι εκεί, μικρά κουτάκια είχε, | |
Green earthen pots, bladders and musty seeds, | πράσιν’ αγγεία πήλινα, κοιλιές και σάπιους σπόρους, | |
Remnants of packthread and old cakes of roses, | κομμάτια σπάγκου και παλιά τριαντάφυλλα λιωμένα. | |
50 | Were thinly scatter'd, to make up a show. | Έτσι τα είχε απλωτά στον κόσμο να τα δείχνει. |
Noting this penury, to myself I said | Τη φτώχεια βλέποντας αυτή, είπα στον εαυτό μου, | |
'An if a man did need a poison now, | αν κάποιος χρειαζότανε να βρει φαρμάκι τώρα | |
Whose sale is present death in Mantua, | που η πώλησή του θάνατο στην Μάντουα σημαίνει | |
Here lives a caitiff wretch would sell it him.' | ο ελεεινός κακόμοιρος αυτός θα το πουλούσε. | |
55 | O, this same thought did but forerun my need; | Και να που η σκέψη μου αυτή, επρόβλεψε τη χρεία, |
And this same needy man must sell it me. | κι αυτός ο πάμφτωχος εδώ πρέπει να μου πουλήσει. | |
As I remember, this should be the house. | Καθώς θυμάμαι πρέπει αυτό το σπίτι του να είναι. | |
Being holiday, the beggar's shop is shut. | Είναι γιορτή κι έτσι κλειστό θα ‘ναι το φαρμακείο. | |
What, ho! apothecary! | Ε, σύ! Φαρμακοπώλη! | |
APOTHECARY: | ΦΑΡΜΑΚΟΠΩΛΗΣ: | |
60 | Who calls so loud? | Ποιος με φωνάζει δυνατά; |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
Come hither, man. I see that thou art poor: | Πλησίασέ με φίλε μου. Φτωχός φαίνεται να ‘σαι. | |
Hold, there is forty ducats: let me have | Πάρε! Σαράντα είν’ εδώ δουκάτα. Δωσ’ μου αν θέλεις | |
A dram of poison, such soon-speeding gear | ένα δραμάκι φάρμακο, με δράση ακαριαία | |
As will disperse itself through all the veins | που να ξεχύνεται με μιας σ’ όλες τις φλέβες μέσα | |
65 | That the life-weary taker may fall dead | κι όποιος βαρέθηκε να ζεί, παίρνοντας να πεθάνει. |
And that the trunk may be discharged of breath | Να είναι τέτοιο, ώστε η πνοή, να φεύγει από το σώμα | |
As violently as hasty powder fired | ως το μπαρούτι ανάβοντας γρήγορα και με βία | |
Doth hurry from the fatal cannon's womb. | φεύγει από του κανονιού τα σπλάχνα τα μοιραία. | |
APOTHECARY: | ΦΑΡΜΑΚΟΠΩΛΗΣ: | |
Such mortal drugs I have; but Mantua's law | Έχω φαρμάκια τέτοια εγώ, μα μες τη Μάντουα ο νόμος | |
70 | Is death to any he that utters them. | θάνατος είναι για όποιονε τολμά να τα προσφέρει. |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
Art thou so bare and full of wretchedness, | Είσαι γυμνός και μια ζωή γεμάτος βάσανα είσαι | |
And fear'st to die? famine is in thy cheeks, | τον θάνατο τι σκιάζεσαι; Στα μάγουλά σου η πείνα, | |
Need and oppression starveth in thine eyes, | στα λιμασμένα μάτια σου η στέρηση κι φτώχεια | |
Contempt and beggary hangs upon thy back; | στην ράχη σου η ζητανιά κι' ο εξευτελισμός σου• | |
75 | The world is not thy friend nor the world's law; | ο κόσμος δεν είν’ φίλος σου, ούτε του κόσμου ο νόμος! |
The world affords no law to make thee rich; | Νόμο να γίνεις πλούσιος ο κόσμος δεν τον έχει. | |
Then be not poor, but break it, and take this. | Μην μένεις το λοιπόν φτωχός. Σπάσ’ τον και πάρε τούτα. | |
APOTHECARY: | ΦΑΡΜΑΚΟΠΩΛΗΣ: | |
My poverty, but not my will, consents. | Η φτώχεια, κι όχι η θέληση σε τούτο συναινούνε. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
I pay thy poverty, and not thy will. | Τη φτώχεια σου πληρώνω εγώ κι όχι τη θέλησή σου. | |
APOTHECARY: | ΦΑΡΜΑΚΟΠΩΛΗΣ: | |
80 | Put this in any liquid thing you will, | Βάλε αυτό σ’ όποιο υγρό είναι η βούλησή σου. |
And drink it off; and, if you had the strength | Πιες το μεμιάς. Ακόμα και την δύναμη αν είχες | |
Of twenty men, it would dispatch you straight. | είκοσι ανδρών, θα σου 'παιρνε τη δύναμη αμέσως. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
There is thy gold, worse poison to men's souls, | Πάρ’ το χρυσάφι που 'ν' πολύ χειρότερο φαρμάκι | |
Doing more murders in this loathsome world, | σκοτώνοντας περ’σότερους σ’ αυτόν τον άθλιο κόσμο, | |
85 | Than these poor compounds that thou mayst not sell. | απ’ τα φτωχά συστατικά που να πουλάς δεν πρέπει. |
I sell thee poison; thou hast sold me none. | Φαρμάκι σου πουλώ εγώ, κι όχι εσύ σε μένα. | |
Farewell: buy food, and get thyself in flesh. | Αντίο, αγόρασε φαΐ και βάλε λίγη σάρκα. | |
Come, cordial and not poison, go with me | Φαρμάκι που ‘σαι φάρμακο, έλα στο χέρι πάνω[4] | |
To Juliet's grave; for there must I use thee. | Στο τάφο της Ιουλιέτας μου τη χρήση σου θα κάνω. |
ΠΡΑΞΗ ΠΕΜΠΤΗ - ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Το κελί του πάτερ Λαυρεντίου
FRIAR JOHN: | ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ: | |
Holy Franciscan friar! brother, ho! | Άγιε Φραγκισκανέ αδερφέ! Καλόγερε, πού είσαι; | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
This same should be the voice of Friar John. | Αυτή θα είναι η φωνή του αδελφού Ιωάννη. | |
Welcome from Mantua: what says Romeo? | Καλώς τον απ’ τη Μάντουα. Τι λέει ο Ρωμαίος; | |
Or, if his mind be writ, give me his letter. | Ή αν έγραψε ότ’ ήθελε, δώσ’ μου τα γράμματά του. | |
FRIAR JOHN: | ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ: | |
5 | Going to find a bare-foot brother out | Έναν ξυπόλητο έψαχνα, καλόγερο πριν φύγω |
One of our order, to associate me, | του τάγματός μας αδερφό, για να με συνοδέψει, | |
Here in this city visiting the sick, | που ήταν στην πόλη μας εδώ και φρόντιζε αρρώστους. | |
And finding him, the searchers of the town, | Τον βρήκα κι ετοιμάστηκα, μα οι φρουροί της πόλης | |
Suspecting that we both were in a house | φοβούμενοι πως και οι δυο ήμασταν σ’ ένα σπίτι | |
10 | Where the infectious pestilence did reign, | που νόμισαν ότι κακιά πανούκλα είχε πέσει |
Seal'd up the doors, and would not let us forth; | τις θύρες εμαντάλωσαν, δεν άφηναν να βγούμε | |
So that my speed to Mantua there was stay'd. | κι έτσι μου εμποδίστηκε στη Μάντουα το ταξίδι. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Who bare my letter, then, to Romeo? | Μα τότε ποιος μετέφερε το γράμμα στο Ρωμαίο; | |
FRIAR JOHN: | ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ: | |
I could not send it,--here it is again,-- | Δεν ήταν τρόπος να σταλεί, να ‘το, εδώ είναι πάλι, | |
15 | Nor get a messenger to bring it thee, | ούτε μπορούσα άνθρωπο να βρω για να στο στείλω. |
So fearful were they of infection. | Τόσο πολύ φοβήθηκαν για κάποια επιδημία. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Unhappy fortune! by my brotherhood, | Ω, δυστυχία! Ορκίζομαι στην αδερφότητά μου, | |
The letter was not nice but full of charge | δεν ήταν ένα γράμμα απλό, ήταν γεμάτο ευθύνη | |
Of dear import, and the neglecting it | μεγάλης σπουδαιότητας κι η παραμέλησή της | |
20 | May do much danger. Friar John, go hence; | μοιραία ίσως αποβεί. Τρέχ’ αδελφέ Ιωάννη |
Get me an iron crow, and bring it straight | και βρες μου σιδερολοστό. Φέρ’ τονε κατευθείαν | |
Unto my cell. | μες το δικό μου το κελί. | |
FRIAR JOHN: | ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ: | |
Brother, I'll go and bring it thee. | Τρέχω να βρω κι έρχομαι ευθύς, στον φέρνω αδελφέ μου. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Now must I to the monument alone; | Τώρα θα πρέπει γρήγορα μόνος να πάω στο μνήμα. | |
25 | Within three hours will fair Juliet wake: | Σε τρεις ώρες η όμορφη Ιουλιέτα θα ξυπνήσει. |
She will beshrew me much that Romeo | Θα καταριέται σίγουρα εμένα που ο Ρωμαίος | |
Hath had no notice of these accidents; | δεν πήρε ακόμα είδηση για τα παθήματά της. | |
But I will write again to Mantua, | Θα γράψω πάλι όμως ξανά στην Μάντουα ένα γράμμα | |
And keep her at my cell till Romeo come; | και μέχρις ότου αυτός να 'ρθει, την κρύβω στο κελί μου. | |
30 | Poor living corse, closed in a dead man's tomb! | Δύστυχο πτώμα ζωντανό, με τους νεκρούς θαμμένο! |
Exits | Απέρχεται |
ΠΡΑΞΗ ΠΕΜΠΤΗ - ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
Κοιμητήριον• εν αυτώ το οικογενειακόν των Καπουλέτων μνημείον
Enter PARIS and his PAGE | Εισέρχεται ο ΠΑΡΗΣ και ο ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ ΤΟΥ | |
PARIS: | ΠΑΡΗΣ: | |
Give me thy torch, boy: hence, and stand aloof: | Δωσ’ μου παιδί μου το δαυλό και μείνε δω κρυμμένος. | |
Yet put it out, for I would not be seen. | Ή σβήστονε καλύτερα, δεν θέλω να με δούνε. | |
Under yond yew-trees lay thee all along, | Εσύ τράβα και ξάπλωσε στους ίταμους κει πέρα[5] | |
Holding thine ear close to the hollow ground; | κρατώντας το αυτί κοντά στην γη που είναι κούφια. | |
5 | So shall no foot upon the churchyard tread, | Κι έτσι κανένα πόδι που πατάει στο κοιμητήριο |
Being loose, unfirm, with digging up of graves, | που ’ν’ χαλαρό και μαλακό, απ’ το σκάψιμο των τάφων | |
But thou shalt hear it: whistle then to me, | μη σου ξεφύγει. Σφύριξε τότε με μιας για μένα | |
As signal that thou hear'st something approach. | σαν σήμα ότι άκουσες κάποιον να πλησιάζει. | |
Give me those flowers. Do as I bid thee, go. | Δώσ’ τα λουλούδια. Πήγαινε και κάνε αυτό που σου ‘πα. | |
PAGE: | ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ: | |
10 | (aside) I am almost afraid to stand alone | Σχεδόν φοβάμαι μοναχός να μείνω εδώ πέρα |
Here in the churchyard. Yet I will adventure. | μέσα στο κοιμητήριο. Αλλά παίρνω το ρίσκο. | |
PARIS: | ΠΑΡΗΣ: | |
Sweet flower, with flowers thy bridal bed I strew,- | Σκορπίζω άνθη, άνθος μου, στη νυφική σου κλίνη. | |
O woe! thy canopy is dust and stones;-- | Ωιμέ! Πέτρες και χώματα το φόρεμά της έχει! | |
Which with sweet water nightly I will dew, | Κάθε βραδιά, το χέρι αυτό ροδόνερο θα χύνει, | |
15 | Or, wanting that, with tears distill'd by moans: | κι αν μου σωθεί, το δάκρυ που απ’ τη θλίψη μου θα τρέχει. |
The obsequies that I for thee will keep | Το μοιρολόι μου αυτό συνέχεια θα στο λέω | |
Nightly shall be to strew thy grave and weep. | κάθε νυχτιά θα έρχομαι, θα ραίνω και θα κλαίω. | |
PAGE whistles | Ο ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ σφυρίζει | |
The boy gives warning something doth approach. | Ο υπηρέτης μου σφυρά πως κάποιος πλησιάζει. | |
What cursed foot wanders this way to-night, | Ποιο πόδι τρισκατάρατο, έρχεται εδώ απόψε | |
20 | To cross my obsequies and true love's rite? | χαλώντας της αγάπης μου, κηδεία και μοιρολόι; |
What with a torch! muffle me, night, awhile. | Κρατάει δαυλό! Κουκούλωσε νύχτα για λίγο εμένα. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
Give me that mattock and the wrenching iron. | Δώσε μου τον κασμά κι αυτό το σιδερολοστάρι. | |
Hold, take this letter; early in the morning | Ορίστε, πάρε και αυτό το γράμμα. Μόλις φέξει | |
See thou deliver it to my lord and father. | φρόντισε να παραδοθεί στον κύρη και πατέρα. | |
25 | Give me the light: upon thy life, I charge thee, | Δωσ' μου το φως. Και στη ζωή σου, τώρα διατάζω |
Whate'er thou hear'st or seest, stand all aloof, | ό,τι κι αν δεις ή αφουγκραστείς εδώ, μείνε κρυμμένος. | |
And do not interrupt me in my course. | Να μη διακόψεις τίποτα απ’ όσα έχω να κάμω. | |
Why I descend into this bed of death, | Ο λόγος που θα κατεβώ στην κλίνη του θανάτου | |
Is partly to behold my lady's face; | είναι πως θέλω για να δω ξανά το πρόσωπό της, | |
30 | But chiefly to take thence from her dead finger | αλλά το σπουδαιότερο, απ’ το δάχτυλο να βγάλω |
A precious ring, a ring that I must use | το δαχτυλίδι το ακριβό, αυτό που πρέπει να ‘χω | |
In dear employment: therefore hence, be gone: | για έναν λόγο σοβαρό. Για τούτο φύγε τώρα. | |
But if thou, jealous, dost return to pry | Μ’ αν έχεις περιέργεια και με παραμονέψεις | |
In what I further shall intend to do, | σ’ αυτό που θέλω ύστερα να κάμω εδώ πέρα, | |
35 | By heaven, I will tear thee joint by joint | μα τον Θεό, σε ξέσχισα κομμάτι το κομμάτι |
And strew this hungry churchyard with thy limbs: | και θα σκορπώ τα μέλη σου στους πεινασμένους τάφους. | |
The time and my intents are savage-wild, | Η ώρα κι οι προθέσεις μου είναι αγριεμένες | |
More fierce and more inexorable far | ακόμα πιο ανένδοτες και πιο εξαγριωμένες | |
Than empty tigers or the roaring sea. | απ’ οργισμένη θάλασσα ή τίγρη πεινασμένη. | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
40 | I will be gone, sir, and not trouble you. | Φεύγω αμέσως κύριε και δεν θα σ’ ενοχλήσω. |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
So shalt thou show me friendship. Take thou that: | Έτσι και τη φιλία σου θα δείξεις. Πάρε τούτα, | |
Live, and be prosperous: and farewell, good fellow. | ||
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
(aside) For all this same, I’ll hide me hereabout. | Μα για καλό και για κακό, ‘γω θα κρυφτώ τριγύρω. | |
His looks I fear, and his intents I doubt. | Φοβήθηκα το μάτι του, τι σκέφτεται δεν ξέρω. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
45 | Thou detestable maw, thou womb of death, | Ω στόμα αποτροπιαστικό, μήτρα θανατηφόρα[6], |
Gorged with the dearest morsel of the earth, | που έφαγες το ακριβότερο κορμί της γης ετούτης, | |
Thus I enforce thy rotten jaws to open, | Έτσι εγώ τα σάπια σου σαγόνια θα τ’ ανοίξω | |
And, in despite, I'll cram thee with more food! | και θα στουμπώσω, βίαια κι άλλη τροφή ακόμα. | |
PARIS: | ΠΑΡΗΣ: | |
This is that banish'd haughty Montague, | Μα είν’ ο υπεροπτικός, εξόριστος Μοντέγης, | |
50 | That murder'd my love's cousin, with which grief, | που της αγάπης μου έσφαξε τον ξάδελφο. Κι ο πόνος, |
It is supposed, the fair creature died; | όπως πιστεύουν, έσπρωξε την όμορφη στον τάφο. | |
And here is come to do some villanous shame | Να τος που ήρθε πάλι εδώ, ο άθλιος να προσβάλει | |
To the dead bodies: I will apprehend him. | τα σώματά τους τα νεκρά. Λοιπόν, θα τον συλλάβω. | |
Stop thy unhallow'd toil, vile Montague! | Σταμάτησε το ανόσιο, έργο κακέ Μοντέγη! | |
55 | Can vengeance be pursued further than death? | Μπορεί τάχα η εκδίκηση να πάει πέρ’ απ’ τον τάφο; |
Condemned villain, I do apprehend thee: | Τρισάθλιε κατάδικε, εγώ σε συλλαμβάνω. | |
Obey, and go with me; for thou must die. | Υπάκουσε κι έλα μαζί. Αλλιώς θε να πεθάνεις. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
I must indeed; and therefore came I hither. | Αυτό είναι το σίγουρο. Γι’ αυτό ήρθα δω πέρα. | |
Good gentle youth, tempt not a desperate man; | Νεαρέ μου, να μη μπλέκεσαι μ’ άνθρωπο απελπισμένο[7]. | |
60 | Fly hence, and leave me: think upon these gone; | Φύγε από δω και άσε με. Σκέψου αυτούς που φύγαν. |
Let them affright thee. I beseech thee, youth, | Φοβήσου την οργή τους και παρακαλώ νεαρέ μου, | |
Put not another sin upon my head, | μη βάλεις κι άλλο αμάρτημα πάνω στην κεφαλή μου | |
By urging me to fury: O, be gone! | και μη με σπρώχνεις στην οργή. Φύγε σου λέω φύγε! | |
By heaven, I love thee better than myself; | Καλύτερα σε αγαπώ, μα τον Θεό, από μένα. | |
65 | For I come hither arm'd against myself: | Γιατί ήρθα ένοπλος εδώ ενάντια σε μένα. |
Stay not, be gone; live, and hereafter say, | Μη στέκεις. Φύγε γρήγορα, ζήσε να λες μια μέρα | |
A madman's mercy bade thee run away. | η ευσπλαχνία ενός τρελού, σ' έδιωξε από δω πέρα. | |
PARIS: | ΠΑΡΗΣ: | |
I do defy thy conjurations, | Τους ξορκισμούς σου αψηφώ | |
And apprehend thee for a felon here. | και συλλαμβάνεσαι εδώ, ως να ‘σαι εγκληματίας. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
70 | Wilt thou provoke me? then have at thee, boy! | Ώστε λοιπόν με προκαλείς; Άρπα τη, νεαρέ μου! |
PAGE: | ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ: | |
O Lord, they fight! I will go call the watch. | Θεέ μου, αυτοί μονομαχούν! Πάω τη φρουρά να φέρω. | |
PARIS: | ΠΑΡΗΣ: | |
O, I am slain! | Με σκότωσες! | |
If thou be merciful, | Σπλαχνίσου με, | |
Open the tomb, lay me with Juliet. | Άνοιξ’ τον τάφο, βάλε με δίπλα στην Ιουλιέτα. | |
ROMEO: | ΡΩΜΑΙΟΣ: | |
75 | In faith, I will. Let me peruse this face. | Στην πίστη μου το υπόσχομαι. Ας δω το πρόσωπό του. |
Mercutio's kinsman, noble County Paris! | Του Μερκουτίου ο συγγενής, ο ευγενικός ο Πάρης! | |
What said my man, when my betossed soul | Τι ήταν που ο υπηρέτης μου, είπε καθώς ο νους μου | |
Did not attend him as we rode? I think | δεν πρόσεχε ως ερχόμασταν καβάλα; Μα νομίζω | |
He told me Paris should have married Juliet: | την Ιουλιέτα ήθελε να παντρευτεί ο Πάρης. | |
80 | Said he not so? or did I dream it so? | Αυτό δεν είπε; Ή στ’ όνειρο μου φάνηκε πως το ‘δα; |
Or am I mad, hearing him talk of Juliet, | Ή μήπως ετρελάθηκα που τ’ όνομά της είπε | |
To think it was so? O, give me thy hand, | και νόμισα πως είπε αυτό; Ω, δώσ’ μου το χέρι τώρα | |
One writ with me in sour misfortune's book! | συ που μαζί μου γράφτηκες στης συμφοράς τη βίβλο. | |
I'll bury thee in a triumphant grave; | Σε τάφο θριαμβευτικό πρόκειται να σε θάψω. | |
85 | A grave? O no! a lantern, slaughter'd youth, | Όχι σε τάφο! Μα σε τρούλο, νέε πικροχαμένε! |
For here lies Juliet, and her beauty makes | Η Ιουλιέτα μου είν’ εδώ, και κάνει η ομορφιά της | |
This vault a feasting presence full of light. | τον τάφο αυτό μια γιορτινή σάλα με φως γεμάτη. | |
Death, lie thou there, by a dead man interr'd. | Έλα νεκρέ, ξάπλωσ’ εδώ… Ένας νεκρός σε θάβει. | |
How oft when men are at the point of death | Πολύ συχνά, οι άνθρωποι λίγο προτού πεθάνουν | |
90 | Have they been merry! which their keepers call | νιώθουν μιαν αγαλλίαση! Τη λένε οι δικοί τους |
A lightning before death: O, how may I | «προ του θανάτου αλάφρωμα». Ω πώς ν’ αποκαλέσω | |
Call this a lightning? O my love! my wife! | «αλάφρωμα» αυτό εδώ!; Γυναίκα μου! Έρωτά μου! | |
Death, that hath suck'd the honey of thy breath, | Ο θάνατος που ρούφηξε το μέλι απ’ την πνοή σου, | |
Hath had no power yet upon thy beauty: | δεν έχει ακόμα[8] δύναμη πάνω στην ομορφιά σου. | |
95 | Thou art not conquer'd; beauty's ensign yet | Δεν σε κατέκτησε. Της ομορφιάς είν’ η σημαία |
Is crimson in thy lips and in thy cheeks, | ακόμη ροδοκόκκινη σε μάγουλα και χείλη | |
And death's pale flag is not advanced there. | και το χλωμό το λάβαρο του Χάρου δεν υψώθη. | |
Tybalt, liest thou there in thy bloody sheet? | Τυβάλτη, είσαι εσύ αυτός μ’ αίματα στο σεντόνι; | |
O, what more favour can I do to thee, | Ω, τι χάρη μεγαλύτερη ήθελες να σου κάνω | |
100 | Than with that hand that cut thy youth in twain | από το χέρι τουτο εδώ, που σου ‘κοψε τη νιοτη |
To sunder his that was thine enemy? | να ξεριζώσω απ’ αυτόν που ήταν ο εχθρός σου; | |
Forgive me, cousin! Ah, dear Juliet, | Συγχώρεσε με ξάδελφε! Γλυκιά μου Ιουλιέτα | |
Why art thou yet so fair? shall I believe | πώς είσαι τόσο όμορφη; Μην πρέπει να πιστέψω | |
That unsubstantial death is amorous, | ότι ο άυλος θάνατος είναι ερωτευμένος; | |
105 | And that the lean abhorred monster keeps | Μήπως το αποτρόπαιο το άσαρκο το τέρας |
Thee here in dark to be his paramour? | εδώ στο σκότος σε κρατεί, να σ’ έχει ερωμένη; | |
For fear of that, I still will stay with thee; | Από τον φόβο μου γι’ αυτό, μαζί σου θ’ απομείνω! | |
And never from this palace of dim night | Δεν πρόκειται ποτέ απ’ αυτό το σκοτεινό παλάτι | |
Depart again: here, here will I remain | να φύγω, μα εδώ, εδώ συνέχεια θα μένω | |
110 | With worms that are thy chamber-maids; O, here | με τα σκουλήκια που έχεις για θαλαμηπόλους. ‘Δω πά’ |
Will I set up my everlasting rest, | θα φτιάξω την αιώνια για εμέ ανάπαυσή μου | |
And shake the yoke of inauspicious stars | και θα τινάξω τον ζυγό του άτυχου αστεριού μου | |
From this world-wearied flesh. Eyes, look your last! | ‘πο σώμα που βαρέθηκε. Μάτια στερνά κοιτάξτε! | |
Arms, take your last embrace! and, lips, O you | Χέρια μου μια στερνή αγκαλιά! Και χείλη, ω, εσείς χείλη, | |
115 | The doors of breath, seal with a righteous kiss | πόρτες πνοής, μ’ ένα σεμνό φιλί εδώ σφραγίστε |
A dateless bargain to engrossing death! | ένα συμβόλαιο άχρονο με τον ωραίο Χάρο! | |
Come, bitter conduct, come, unsavoury guide! | Έλα πικρέ μου ξεναγέ, έλ’ άγευστε οδηγέ μου! | |
Thou desperate pilot, now at once run on | Απελπισμένε ναυτικέ, τώρα αμέσως τρέξε | |
The dashing rocks thy sea-sick weary bark! | στους βράχους ρίξ’ το μπάρκο σου το θαλασσοδαρμένο! | |
120 | Here's to my love! | Το πίνω στην αγάπη μου! |
O true apothecary! | Πιστέ φαρμακοπώλη! | |
Thy drugs are quick. Thus with a kiss I die. | Το φάρμακό σου γρήγορο! Μ’ ένα φιλί πεθαίνω. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Saint Francis be my speed! how oft to-night | Άγιε Φραγκίσκο, βόηθα με! Πόσο συχνά απόψε | |
Have my old feet stumbled at graves! Who's there? | τα πόδια μου σκοντάψανε σε τάφους! Τι ‘ναι τούτο; | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
125 | Here's one, a friend, and one that knows you well. | Είν' ένας φίλος σου εδώ, κι ένας που σε γνωρίζει. |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Bliss be upon you! Tell me, good my friend, | Η ευλογία του Θεού! Πες μου καλέ μου φίλε, | |
What torch is yond, that vainly lends his light | Κει πέρα καίει ένα δαυλός και μάταια φωτίζει | |
To grubs and eyeless skulls? as I discern, | σκουλήκια και αόμματα κρανία. Αν δε σφάλλω | |
It burneth in the Capel's monument. | καίει στον οικογενειακό τάφο των Καπουλέτων. | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
130 | It doth so, holy sir; and there's my master, | Ναι σεβαστέ μου γέροντα, κι εκεί ‘ναι ο αφέντης |
One that you love. | που τόσο εσύ τον αγαπάς. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Who is it? | Ποιος είναι; | |
BALTHASAR: | ΠΑΡΗΣ: | |
Romeo. | Ο Ρωμαίος. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
How long hath he been there? | Και πόση ώρα έχει εκεί; | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
135 | Full half an hour. | Μισή ώρα γεμάτη |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Go with me to the vault. | Στον τάφο ακολούθα με. | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
I dare not, sir | Δεν θα τολμήσω κύριε. | |
My master knows not but I am gone hence; | Δεν ξέρει ο αφέντης μου πως είμαι εδώ ακόμη | |
And fearfully did menace me with death, | και τρομερά με απείλησε με θάνατο ως ποινή μου | |
140 | If I did stay to look on his intents. | αν έμενα και έβλεπα αυτό που ‘χε να κάμει |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Stay, then; I'll go alone. Fear comes upon me: | Μείνε λοιπόν. Πάω μόνος μου. Φόβος με πιάνει όμως. | |
O, much I fear some ill unlucky thing. | Τρέμω κάτι μην έγινε κακότυχο και μαύρο. | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
As I did sleep under this yew-tree here, | Καθώς κοιμόμουνα σ’ αυτόν τον ίταμο από κάτω | |
I dreamt my master and another fought, | να πολεμά, σαν σε όνειρο, τον κύριό μου είδα | |
145 | And that my master slew him. | με κάποιον άλλον. Κι έσφαξε ο αφέντης μου εκείνον. |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
Romeo! | Ρωμαίε! | |
Alack, alack, what blood is this, which stains | Αλίμονο και τι ‘ναι αυτό το αίμα που λερώνει | |
The stony entrance of this sepulchre? | τη μαρμαρένια είσοδο αυτής εδώ της κρύπτης; | |
What mean these masterless and gory swords | Και τι σημαίνουν τα σπαθιά, χωρίς αφέντη, μ’ αίμα | |
150 | To lie discolour'd by this place of peace? | που κείτονται έτσι άχρωμα στον τόπο της ειρήνης; |
Romeo! O, pale! Who else? what, Paris too? | Ρωμαίε; Τι χλωμός! Ποιος άλλος; Και ο Πάρης; | |
And steep'd in blood? Ah, what an unkind hour | και βουτηγμένος σ’ αίματα; Ποια ώρα οργισμένη | |
Is guilty of this lamentable chance! | ευθύνεται για την μεταλλαγή, την τρισκαταραμένη; | |
The lady stirs. | Ω, η κοπέλα σάλεψε. | |
JULIET: | ΙΟΥΛΙΕΤΑ: | |
155 | O comfortable friar! where is my lord? | Ω, πάτερ μου παρήγορε! Που είν’ ο σύζυγός μου; |
I do remember well where I should be, | Θυμούμαι και πολύ καλά πού έπρεπε να είμαι | |
And there I am. Where is my Romeo? | και να που βρίσκομαι εδώ. Πού είναι ο Ρωμαίος; | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
I hear some noise. Lady, come from that nest | Ακούω κρότο. Κόρη, βγες απ’ τη φωλιά ετούτη | |
Of death, contagion, and unnatural sleep: | του χάρου και της μόλυνσης και του αφύσικου ύπνου. | |
160 | A greater power than we can contradict | Μια πιο μεγάλη δύναμη, ανίκητη απ’ τους δύο |
Hath thwarted our intents. Come, come away. | τα σχέδιά μας άλλαξε. Έλα, έλα να πάμε. | |
Thy husband in thy bosom there lies dead; | Ο σύζυγός σου της καρδιάς, είναι νεκρός κει πέρα | |
And Paris too. Come, I'll dispose of thee | Το ίδιο και ο Πάρης. Μπρος, θα σε τοποθετήσω | |
Among a sisterhood of holy nuns: | σε μία αδελφότητα με άγιες καλόγριες. | |
165 | Stay not to question, for the watch is coming; | Μη στέκεσαι και μη ρωτάς, γιατί η φρουρά εφάνη. |
Come, go, good Juliet, | Έλα Ιουλιέτα φεύγουμε. | |
I dare no longer stay. | Εγώ δε μένω άλλο. | |
JULIET: | ΙΟΥΛΙΕΤΑ: | |
Go, get thee hence, for I will not away. | Πήγαινε, φύγε από εδώ. Εγώ πάντως δε φεύγω. | |
What's here? a cup, closed in my true love's hand? | Τι μπουκαλάκι είν’ αυτό, στο χέρι του αντρός μου; | |
170 | Poison, I see, hath been his timeless end: | Φαρμάκι βλέπω έγινε το αιώνιό του τέλος. |
O churl! drunk all, and left no friendly drop | Ανάγωγε, το ήπιες και για με, στάλα δε μένει | |
To help me after? I will kiss thy lips; | να με βοηθήσει ύστερα; Τα χείλη σου φιλάω. | |
Haply some poison yet doth hang on them, | Ίσως φαρμάκι λιγοστό να ‘μεινε εκεί πάνω | |
To make die with a restorative. | που θα ‘ναι όμως βάλσαμο που θα με θανατώσει[9]. | |
175 | Thy lips are warm. | Τα χείλη σου είναι ζεστά. |
FIRST WATCHMAN: | ΠΡΩΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
Lead, boy. Which way? | Οδήγα μας, πού είναι; | |
JULIET: | ΙΟΥΛΙΕΤΑ: | |
Yea, noise? then I'll be brief. O happy dagger! | Ακούω ήχους. Γρήγορα. Ω τυχερό μαχαίρι![10] | |
This is thy sheath; | Εδώ ‘ναι το θηκάρι σου. | |
there rust, and let me die. | Σκούριασε μέσα εδώ λοιπόν κι άσε με να πεθάνω. | |
PAGE: | ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ: | |
180 | This is the place; there, where the torch doth burn. | Εδώ ειν’ το μέρος. Πέρα εκεί όπου οι δαυλοί φωτίζουν. |
FIRST WATCHMAN: | ΠΡΩΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
The ground is bloody; search about the churchyard: | Το χώμα έχει αίματα. Ψάξτε το κοιμητήριο. | |
Go, some of you, whoe'er you find attach. | Κάποιοι από σας πηγαίνετε, συλλάβετε όποιον βρείτε. | |
Pitiful sight! here lies the county slain, | Τι θέαμα ελεεινό! Νεκρός είναι ο κόμης, | |
And Juliet bleeding, warm, and newly dead, | η Ιουλιέτα αιμορραγεί, ζεστή, νεκρή προσφάτως | |
185 | Who here hath lain these two days buried. | ενώ προ δύο ημερών εδώ την είχαν θάψει. |
Go, tell the prince: run to the Capulets: | Εσύ τρέξε στον Πρίγκιπα. Εσύ στους Καπουλέτους | |
Raise up the Montagues: some others search: | Συ ξύπνα τους Μοντέγηδες. Οι άλλοι ψάξτε γύρω. | |
We see the ground whereon these woes do lie; | Εδώ είναι το έδαφος που οι θλιβεροί έχουν πέσει | |
But the true ground of all these piteous woes | Όμως ποιο ειν’ το αληθινό το έδαφος θλίψης[11] | |
190 | We cannot without circumstance descry. | θα βρούμε αν εντοπίσουμε όλες τις περιστάσεις. |
SECOND WATCHMAN: | ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
Here's Romeo's man; we found him in the churchyard. | Να του Ρωμαίου ο άνθρωπος. Ήταν στο κοιμητήριο. | |
FIRST WATCHMAN: | ΠΡΩΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
Hold him in safety, till the prince come hither. | Κρατήστε τον μ’ ασφάλεια μέχρι να έρθει ο Πρίγκηψ. | |
THIRD WATCHMAN: | ΤΡΙΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
Here is a friar, that trembles, sighs and weeps: | Ένας καλόγερος που τρέμει, κλαίει κι αναστενάζει | |
We took this mattock and this spade from him, | Του πήραμε το φτυάρι αυτό και την αξίνα ετούτη | |
195 | As he was coming from this churchyard side. | καθώς απομακρύνονταν από το κοιμητήριο. |
FIRST WATCHMAN: | ΠΡΩΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
A great suspicion: stay the friar too. | Ύποπτος είναι. Τον παπά κρατήστε τον επίσης. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
What misadventure is so early up, | Άραγε ποια είναι η συμφορά που έτσι νωρίς συνέβη | |
That calls our person from our morning's rest? | και μας ζητά ν' αφήσουμε τον πρωινό μας ύπνο; | |
CAPULET: | ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ: | |
What should it be, that they so shriek abroad? | Τι τρέχει και φωνάζουνε τόσο πολύ απ’ έξω; | |
LADY CAPULET: | ΛΑΙΔΗ ΚΑΠΟΥΛΕΤΗ: | |
200 | The people in the street cry Romeo, | Οι άνθρωποι ξεχύθηκαν φωνάζοντας Ρωμαίο. |
Some Juliet, and some Paris; and all run, | Άλλοι Ιουλιέτα κι άλλοι Πάρη κράζουν. Τρέχουν όλοι | |
With open outcry toward our monument. | με ανοιχτή κατακραυγή προς τον δικό μας τάφο. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
What fear is this which startles in our ears? | Τι είναι αυτό το φοβερό που έφτασε στ’ αυτιά μας; | |
FIRST WATCHMAN: | ΠΡΩΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
Sovereign, here lies the County Paris slain; | Σφαγμένος, εξοχώτατε, κείτεται ο κόμης Πάρης. | |
205 | And Romeo dead; and Juliet, dead before, | Και ο Ρωμαίος ειν' νεκρός, νεκρή και η Ιουλιέτα |
Warm and new kill'd. | ζεστή και όπως φαίνεται, πάλι νεοσκοτωμένη. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
Search, seek, and know how this foul murder comes. | Ψάξτε, ερευνήστε, μάθετε οι φόνοι πώς εγίναν. | |
FIRST WATCHMAN: | ΠΡΩΤΟΣ ΦΥΛΑΚΑΣ: | |
Here is a friar, and slaughter'd Romeo's man; | Υπάρχει εδώ ένας παπάς κι ο άντρας του Ρωμαίου. | |
With instruments upon them, fit to open | Στα χέρια είχαν όργανα, κατάλληλα ν’ ανοίξουν | |
210 | These dead men's tombs. | τους τάφους τούτων των νεκρών. |
CAPULET: | ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ: | |
O heavens! O wife, look how our daughter bleeds! | Ω ουρανοί! Για δες κυρά, η κόρη μας ματώνει. | |
This dagger hath mista'en--for, lo, his house | Και το μαχαίρι λάθεψε. Κοίτα, η σωστή του θέση | |
Is empty on the back of Montague,-- | άδεια στην πλάτη βρίσκεται ετούτου του Μοντέγη[12]. | |
And it mis-sheathed in my daughter's bosom! | Και λάθος θηκαρώθηκε στης κόρης μου το στήθος! | |
LADY CAPULET: | ΛΑΙΔΗ ΚΑΠΟΥΛΕΤΗ: | |
215 | O me! this sight of death is as a bell, | Ωιμέ! Η θέα του θανατικού είναι σαν μια καμπάνα |
That warns my old age to a sepulchre. | που τα πικρά μου γηρατειά τα οδηγεί στον τάφο. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
Come, Montague; for thou art early up, | Έλα Μοντέγη που νωρίς σ’ έχουνε ξυπνημένο | |
To see thy son and heir more early down. | εδώ να δεις νωρίτερα[13] το γιο σου κοιμισμένο. | |
MONTAGUE: | ΜΟΝΤΕΓΗΣ: | |
Alas, my liege, my wife is dead to-night; | Άρχοντα η γυναίκα μου απόψε έχει πεθάνει. | |
220 | Grief of my son's exile hath stopp'd her breath: | Η λύπη του εξόριστου γιου, πήρε την πνοή της. |
What further woe conspires against mine age? | Ποια τάχα νέα συμφορά, πέφτει στα γηρατειά μου; | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
Look, and thou shalt see. | Κοίταξε γύρω και θα δεις. | |
MONTAGUE: | ΜΟΝΤΕΓΗΣ: | |
O thou untaught! what manners is in this? | Παλιόπαιδο τι έκανες; Που είναι η ανατροφή σου; | |
To press before thy father to a grave? | Πιο πριν απ’ τον πατέρα σου, στον τάφο κατεβαίνεις; | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
225 | Seal up the mouth of outrage for a while, | Σφραγίστε όλοι το στόμα σας και τις φωνές για λίγο. |
Till we can clear these ambiguities, | Μέχρι να καθαρίσουμε την κάθε μια ασάφεια. | |
And know their spring, their head, their | Να μάθουμε ποια η πηγή, ποια είν’ η κεφαλή τους | |
true descent; | και από πού προέρχονται. | |
And then will I be general of your woes, | Κι ύστερα γίνομαι αρχηγός εγώ πρώτος στους θρήνους | |
230 | And lead you even to death: meantime forbear, | ή ακόμα και στο θάνατο σας οδηγώ. Ως τότε |
And let mischance be slave to patience. | αφήστε της υπομονής σκλάβα να είν’ η λύπη. | |
Bring forth the parties of suspicion. | Να παρουσιαστούν εδώ, οι ύποπτοι, εμπρός μου. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
I am the greatest, able to do least, | Εγώ είμαι ο μεγαλύτερος, που έκανα τα πιο λίγα. | |
Yet most suspected, as the time and place | Αν κι είμαι ο πλέον ύποπτος, που ο χρόνος και ο τόπος | |
235 | Doth make against me of this direful murder; | ενάντιά μου στρέφονται στο φονικό ετούτο. |
And here I stand, both to impeach and purge | Στέκομ’ εδώ υπεράσπιση μαζί κι εισαγγελέας | |
Myself condemned and myself excused. | να με δικάσω και ξανά πάλι να με αθωώσω. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
Then say at once what thou dost know in this. | Λέγε μου τότε παρευθύς, τι ξέρεις για όλα τούτα. | |
FRIAR LAURENCE: | ΠΑΤΕΡ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ: | |
I will be brief, for my short date of breath | Σύντομος θα ‘μαι, έτσι κι αλλιώς είν’ η ζωή μου λίγη | |
240 | Is not so long as is a tedious tale. | και δεν μου φτάνει για να πω μακρόσυρτ’ ιστορία. |
Romeo, there dead, was husband to that Juliet; | Υπήρξε ο Ρωμαίος αυτός, άντρας της Ιουλιέτας, | |
And she, there dead, that Romeo's faithful wife: | κι αυτή, η νεκρή εκεί, πιστή γυναίκα του ήταν. | |
I married them; and their stol'n marriage-day | Εγώ τους πάντρεψα κρυφά, κείνη ακριβώς τη μέρα | |
Was Tybalt's dooms-day, whose untimely death | που χάθηκε ο Τυβάλτης μας. Ο άκαιρος χαμός του | |
245 | Banish'd the new-made bridegroom from the city, | εξόρισε το νιόγαμπρο από αυτήν την πόλη. |
For whom, and not for Tybalt, Juliet pined. | Αυτόν θρηνούσε κι όχι τον Τυβάλτη η Ιουλιέτα. | |
You, to remove that siege of grief from her, | Εσύ, τη θλίψη θέλοντας να της την ξεριζώσεις | |
Betroth'd and would have married her perforce | την έταξες και σκόπευες με βία να τη δώσεις | |
To County Paris: then comes she to me, | στον κόμη Πάρη. Έρχεται τότε αυτή σε μένα | |
250 | And, with wild looks, bid me devise some mean | και μ’ όψη άγρια πολύ, μου λέει να κάνω κάτι |
To rid her from this second marriage, | ν’ απαλλαγεί απ’ τον δεύτερο γάμο που ‘χε να κάμει, | |
Or in my cell there would she kill herself. | αλλιώς πως μέσα στο κελί θέλει ν’ αυτοκτονήσει. | |
Then gave I her, so tutor'd by my art, | Της έδωσα κι εγώ λοιπόν, που ξέρω αυτή την τέχνη, | |
A sleeping potion; which so took effect | ένα ποτό υπνωτικό. Είχε ακριβώς τη δράση | |
255 | As I intended, for it wrought on her | που ήθελα. Της έφερε σε όλο το κορμί της |
The form of death: meantime I writ to Romeo, | μορφή θανάτου. Έγραψα εντούτοις στο Ρωμαίο | |
That he should hither come as this dire night, | να επιστρέψει γρήγορα δω πέρα αυτή τη νύχτα | |
To help to take her from her borrow'd grave, | να βοηθήσει για να βγει απ’ το δανεικό της τάφο, | |
Being the time the potion's force should cease. | την ώρα που θα έπαυε του φίλτρου μου η δράση. | |
260 | But he which bore my letter, Friar John, | Μα ο αδελφός που πήγαινε το γράμμα, ο Ιωάννης |
Was stay'd by accident, and yesternight | τυχαία καθυστέρησε κι έτσι εψές το βράδυ | |
Return'd my letter back. Then all alone | το γράμμα μου επέστρεψε. Τότε κι εγώ μονάχος | |
At the prefixed hour of her waking, | την ώρα που υπολόγισα πως πρέπει να ξυπνούσε | |
Came I to take her from her kindred's vault; | ήλθα ‘πό τον οικογενειακό τάφο της να τη βγάλω. | |
265 | Meaning to keep her closely at my cell, | Σκέφτηκα να την κράταγα για λίγο στο κελί μου |
Till I conveniently could send to Romeo: | ώσπου να τα κατάφερνα του Ρωμαίου να τη στείλω | |
But when I came, some minute ere the time | Μα όταν έφτασα εδώ, λιγάκι πριν την ώρα | |
Of her awaking, here untimely lay | που ήτανε να σηκωθεί, εβρήκα πεθαμένους | |
The noble Paris and true Romeo dead. | τον Πάρη τον ενάρετο και τον πιστό Ρωμαίο. | |
270 | She wakes; and I entreated her come forth, | Ξυπνά. Εγώ την παρακάλεσα να έλθει έξω |
And bear this work of heaven with patience: | και να υπομείνει το έργο αυτό των ουρανών, ως πρέπει. | |
But then a noise did scare me from the tomb; | Μα τότε ένας θόρυβος μ’ έβγαλε απ’ το μνημείο | |
And she, too desperate, would not go with me, | κι αυτή σε μαύρη απελπισιά, δεν έρχονταν μαζί μου. | |
But, as it seems, did violence on herself. | Αντίθετα, ως φαίνεται μόνη της μαχαιρώθη. | |
275 | All this I know; and to the marriage | Αυτά γνωρίζω ως εδώ. Και όσο για το γάμο |
Her nurse is privy: and, if aught in this | η παραμάνα μάρτυρας ήταν. Κι αν κάτι απ’ όλα | |
Miscarried by my fault, let my old life | συνέβηκε από λάθος μου, η γέρικη ζωή μου | |
Be sacrificed, some hour before his time, | ας σταματήσει λίγο πριν η ώρα της να έλθει | |
Unto the rigour of severest law. | από την αυστηρότητα του πιο σκληρού σου νόμου. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
280 | We still have known thee for a holy man. | Σε θεωρούμε ακόμη ως άγιο ιερωμένο. |
Where's Romeo's man? what can he say in this? | Και του Ρωμαίου ο άνθρωπος, που είναι; Και τι ξερει; | |
BALTHASAR: | ΒΑΛΤΑΣΑΡ: | |
I brought my master news of Juliet's death; | Της Ιουλιέτας το χαμό, μήνυσα εγώ του αφέντη. | |
And then in post he came from Mantua | Εκείνος απ' τη Μάντουα με ένα άλογο ήρθε | |
To this same place, to this same monument. | στον τόπο τούτο που είμαστε, σε τούτο το μνημείο. | |
285 | This letter he early bid me give his father, | Μου είπε στον πατέρα του να δώσω αυτό το γράμμα |
And threatened me with death, going in the vault, | απειλώντας με, αν έμπαινα, με θάνατο, στο μνήμα. | |
I departed not and left him there. | Δεν έφυγα, αλλ' άφησα εκείνον εκεί πέρα. | |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
Give me the letter; I will look on it. | Φέρε το γράμμα του εδώ. Θέλω να το διαβάσω. | |
Where is the county's page, that raised the watch? | Πού είν’ του κόμη ο ακόλουθος, που βρήκε τη φρουρά μου; | |
290 | Sirrah, what made your master in this place? | Για πες μου εσύ, τι έκανε ο αφέντης σου εδώ πέρα; |
PAGE: | ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ: | |
He came with flowers to strew his lady's grave; | Ήρθε με άνθη στης κυράς το μνήμα να σκορπίσει | |
And bid me stand aloof, and so I did: | και να λουφάξω πρόσταξε, και το 'καμα αμέσως. | |
Anon comes one with light to ope the tomb; | Σε λίγο κάποιος έφτασε με φως. Τον τάφο ανοίγει | |
And by and by my master drew on him; | κι αμέσως ο αφέντης μου ξιφομαχεί μ’ εκείνον. | |
295 | And then I ran away to call the watch. | Τότ’ έτρεξα κι εγώ μακριά, τους φύλακες να φέρω. |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
This letter doth make good the friar's words, | Το γράμμα αυτό, του μοναχού τα λόγια βεβαιώνει. | |
Their course of love, the tidings of her death: | Τον δρόμο της αγάπης τους, τα νέα για το χαμό της | |
And here he writes that he did buy a poison | και γράφει ότι αγόρασε μάλιστα και φαρμάκι | |
Of a poor 'pothecary, and therewithal | από ‘να φαρμακοποιό, φτωχό, κι επιπροσθέτως | |
300 | Came to this vault to die, and lie with Juliet. | ήλθε στο μνήμα να χαθεί, κοντά στην Ιουλιέτα. |
Where be these enemies? Capulet! Montague! | Πού είν’ εκείνοι οι εχθροί; Μοντέγη! Καπουλέτε! | |
See, what a scourge is laid upon your hate, | Δείτε πληγή που ανοίχθηκε στο μίσος σας επάνω. | |
That heaven finds means to kill your joys with love. | Εξολοθρεύει ο Ουρανός, μ’ αγάπη, τις χαρές σας[14]. | |
And I for winking at your discords too | Κι εγώ που έκανα στραβά μάτια στο μάλωμά σας | |
305 | Have lost a brace of kinsmen: all are punish'd. | έχασα δύο συγγενείς. Όλοι τιμωρημένοι[15]! |
CAPULET: | ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ: | |
O brother Montague, give me thy hand: | Μοντέγη, δώσε αδερφέ, το χέρι στο δικό μου | |
This is my daughter's jointure, for no more | Είναι το προικοσύμφωνο της κόρης μου και άλλο | |
Can I demand. | να σου ζητήσω δεν μπορώ. | |
MONTAGUE: | ΜΟΝΤΕΓΗΣ: | |
But I can give thee more: | Εγώ σου δίνω κι άλλο. | |
310 | For I will raise her statue in pure gold; | Γιατί της στήνω άγαλμα ατόφιο από χρυσάφι |
That while Verona by that name is known, | που όσο της Βερόνας μας το όνομα υπάρχει | |
There shall no figure at such rate be set | δεν θα φτιαχτεί μνημείο ξανά ποτέ αξίας τέτοιας | |
As that of true and faithful Juliet. | σαν της πιστής κι αληθινής, όμορφης Ιουλιέτας | |
CAPULET: | ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ: | |
As rich shall Romeo's by his lady's lie; | Το ίδιο πλούσιο του Ρωμαίου, κοντά θα ‘ν στην κυρά του | |
315 | Poor sacrifices of our enmity! | άδικα θύματα κι οι δυο της έχθρας της παλιάς μας. |
PRINCE: | ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ: | |
A glooming peace this morning with it brings; | Ειρήνη μελαγχολική, η μέρα τούτη φέρνει. | |
The sun, for sorrow, will not show his head: | Ο ήλιος απ’ τη λύπη του δεν θέλει να προβάλει. | |
Go hence, to have more talk of these sad things; | Πάμε και πράγματα πικρά να κάνουμε απομένει. | |
Some shall be pardon'd, and some punished: | Θα συγχωρέσω μερικούς. Θα παιδευτούνε άλλοι[16]. | |
320 | For never was a story of more woe | Δεν γράφτηκε ιστορία ποτέ, τέλους τόσο μοιραίου |
Than this of Juliet and her Romeo. | όσο της Ιουλιέτας και του άντρα της Ρωμαίου![17]. |
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΪΤ
Βιβλιογραφική αναφορά: Παρούτσας, Δ., Κ., (2018),
Αυτό το σάιτ χρησιμοποιεί cookies - Μάθετε περισσότερα... | Επισκέψεις από 1-1-2005: