30. - Κυριακή της Σαμαρείτισσας.
Α' ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Την προηγούμενη Τετάρτη η Εκκλησία μας είχε τη γιορτή της Μεσοπεντηκοστής, δηλαδή τις μισές μέρες για την Πεντηκοστή. Η γιορτή αυτή των Ισραηλιτών μας θυμίζει, πως αντλούσαν νερό από την κολυμπήθρα του Σιλωάμ και το έχυναν στο θυσιαστήριο που πρόσφεραν θυσίες στο Θεό. Ο Κύριος παίρνει αφορμή απ' αυτό για να μας διακηρύξει, ότι αυτός είναι «το ύδωρ της ζωής». Το Ευαγγέλιο με τη Σαμαρείτισσα έχει να μας διδάξει σπουδαίες αλήθειες για τη ζωή μας.
ΑΡΧΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ | ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ |
«Τῷ καιρῶ ἐκείνω ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον του χωρίου ὅ ἔδωκεν Ἰακώβ Ἰωσήφ τῷ υἱῶ αὐτοῦ· ἤν δέ ἐκεῖ πηγή τοῦ Ἰακώβ. ὁ οὔν Ἰησοῦς κεκοπιακῶς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπί τή πηγή· ὥρα ἤν ὡσεί ἕκτη. Ἔρχεται γυνή ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. Λέγει αὐτή ὁ Ἰησοῦς· δός μοί πιεῖν. Οἱ γάρ μαθηταί αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τήν πόλιν ἴνα τροφᾶς ἀγοράσωσι. |
Εκείνο τον καιρό πήγε ο Ιησούς στην πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στον τόπο που έδωσε ο Ιακώβ στο γιο του Ιωσήφ. Ήταν δε εκεί ένα πηγάδι, που το είχε ανοίξει ο Ιακώβ· ο Ιησούς λοιπόν, κουρασμένος όπως ήταν από την οδοιπορία, πήγε και καθόταν απλά και ταπεινά κοντά στο πηγάδι· η ώρα ήταν πάνω κάτω μεσημέρι. Έρχεται μια γυναίκα Σαμαρείτισσα να βγάλει νερό. Της λέγει ο Ιησούς· δός μου να πιω. Σ' αυτή την ώρα οι μαθητές είχαν πάει στην πόλη για να αγοράσουν τρόφιμα. |
Λέγει οὔν αὐτῶ ἡ γυνή ἡ Σαμαρείτις· πῶς σύ Ἰουδαῖος ὧν παρ' ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικός Σαμαρείτιδος; οὐ γάρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καί εἶπεν αὐτή· εἰ ἠδεῖς τήν δωρεάν τοῦ Θεοῦ, καί τίς ἐστίν ὁ λέγων σοί, δός μοί πιεῖν, σύ ἄν ἤτησας αὐτόν, καί ἔδωκεν ἄν σοί ὕδωρ ζῶν. Λέγει αὐτῶ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καί τό φρέαρ ἐστί βαθύ· πόθεν οὔν ἔχεις τό ὕδωρ τό ζῶν; μή σύ μείζων εἰ τοῦ πατρός ἠμῶν Ἰακώβ, ὅς ἔδωκεν ἠμίν τό φρέαρ, καί αὐτός ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καί οἱ υἱοί αὐτοῦ καί τά θρέμματα αὐτοῦ; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καί εἶπεν αὐτή· πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν ὅς δ' ἄν πίη ἐκ τοῦ ὕδατος οὐ ἐγώ δώσω αὐτῶ, γενήσεται ἐν αὐτῶ πηγή ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον. |
Του λέγει λοιπόν η γυναίκα η Σαμαρείτισσα· πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις νερό από μένα που είμαι Σαμαρείτισσα; Και το είπε αυτό, γιατί δεν έχουν συναναστροφή οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτες. Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε· Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέγει, δός μου να πιω, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό. Του λέγει η γυναίκα: Κύριε, ούτε κουβά έχεις, αλλά και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού λοιπόν έχεις το νερό το ζωντανό; Μην τάχα είσαι συ πιο μεγάλος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωκε το πηγάδι και ήπιε απ' αυτό και αυτός και τα παιδιά του και τα κοπάδια του; Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε· όποιος πίνει από αυτό το νερό θα ξαναδιψάσει- αλλά όποιος θα πιει , από το νερό που εγώ θα του δώσω ποτέ δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του νερομάνα, που θα αναβλύζει αιώνια ζωή. |
Λέγει πρός αὐτόν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοί τοῦτο τό ὕδωρ, ἴνα μή διψῶ μηδέ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. Λέγει αὐτή ὁ Ἰησοῦς· ὑπάγε φώνησον τόν ἄνδρα σου καί ἐλθέ ἐνθάδε. Ἀπεκρίθη ἡ γυνή καί εἶπεν οὐκ ἔχω ἄνδρα. Λέγει αὐτή ὁ Ἰησοῦς· καλῶς εἴπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· πέντε γάρ ἄνδρας ἔσχες, καί νυνί ὄν ἔχεις οὐκ ἐστί σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθές εἴρηκας. Λέγει αὐτῶ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἰ σύ. Οἱ πατέρες ἠμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτω προσεκύνησαν καί ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστίν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. Λέγει αὐτή ὁ Ἰησοῦς· γύναι, πιστευσόν μοί ὅτι ἔρχεται ὥρα ὄτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτω οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. Ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὅ οὐκ οἴδατε, ἠμεῖς προσκυνοῦμεν ὅ οἴδαμεν ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. |
Του λέγει η γυναίκα- Κύριε, δός μου αυτό το νερό, για να μη διψώ μήτε να έρχομαι εδώ να βγάζω νερό. Της λέγει ο Ιησούς- πήγαινε φώναξε τον άνδρα σου και έλα εδώ. Αποκρίθηκε η γυναίκα και είπε- δεν έχω άνδρα. Της λέγει ο Ιησούς- καλά είπες πως άνδρα δεν έχω- γιατί πέντε άνδρες είχες με τη σειρά, και αυτός τώρα που έχεις δεν είναι άνδρας σου- αυτό αλήθεια το είπες. Του λέγει η γυναίκα- Κύριε, θαυμάζω πως εσύ είσαι προφήτης. Οι πατέρες μας προσκύνησαν σε τούτο το βουνό- και σεις λέτε πως στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος που πρέπει να προσκυνούμε. Της λέγει ο Ιησούς- γυναίκα, να με πιστέψεις, έρχεται ώρα που ούτε σε τούτο το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνάτε το Θεό. Σεις οι Σαμαρείτες αυτό που προσκυνάτε δεν το ξέρετε, εμείς οι Ιουδαίοι αυτό που προσκυνούμε το ξέρουμε, γιατί η σωτηρία προέρχεται από τους Ιουδαίους. |
Ἀλλ' ἔρχεται ὥρα, καί νῦν ἐστίν, ὄτε οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τῷ πατρί ἐν πνεύματι καί ἀληθεία· καί γάρ ὁ πατήρ τοιούτους ζητεῖ τούς προσκυνοῦντας αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεός, καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθεία δεῖ προσκυνεῖν. Λέγει αὐτῶ ἡ γυνή· οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθη ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἠμίν πάντα. Λέγει αὐτή ὁ Ἰησοῦς- ἐγώ εἰμί ὁ λαλῶν σοί. Καί ἐπί τούτω ἦλθον οἱ μαθηταί αὐτοῦ, καί ἐθαύμασαν ὅτι μετά γυναικός ἔλαλει· οὐδείς μεντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἡ τί λαλεῖς μετ' αὐτῆς; Ἀφῆκεν οὔν τήν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνή καί ἀπῆλθεν εἰς τήν πόλιν, καί λέγει τοῖς ἀνθρώποις· δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὅς εἶπε μοί πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτος ἐστίν ὁ Χριστός; ἐξῆλθον οὔν ἐκ τῆς πόλεως καί ἤρχοντο πρός αὐτόν. |
Αλλά έρχεται η ώρα, και ήρθε κιόλας, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν το Θεό πνευματικά και αληθινά- γιατί τέτοιους ζητάει ο Θεός εκείνους που τον προσκυνούν. Ο Θεός είναι πνεύμα και εκείνοι που τον προσκυνούν πνευματικά και αληθινά πρέπει να τον προσκυνούν. Του λέγει η γυναίκα· ξέρω πως έρχεται Μεσσίας που λέγεται Χριστός- όταν έλθει εκείνος, θα μας τα πει και θα τα εξηγήσει όλα. Της λέγει ο Ιησούς- εγώ είμαι που σου μιλώ. Πάνω στην ώρα ήλθαν και οι μαθητές του και τους έκανε εντύπωση που μιλούσε με μια γυναίκα· όμως κανένας δεν του είπε , τι συζητάς η τι μιλάς μαζί της;. Άφησε λοιπόν τη στάμνα της η γυναίκα και έφυγε στην πόλη και λέγει στους ανθρώπους. Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκαμα· μήπως αυτός είναι ο Χριστός; Βγήκαν λοιπόν από την πόλη και έρχονταν προς αυτόν. |
Ἐν δέ τῷ μεταξύ ἠρώτων αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ λέγοντες· ραββί, φάγε. ὁ δέ εἶπεν αὐτοῖς· ἐγώ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἤν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. Ἔλεγον οὔν οἱ μαθηταί πρός ἀλλήλους· μή τίς ἤνεγκεν αὐτῶ φαγεῖν; λέγει αὖτοις ὁ Ἰησοῦς- ἐμόν βρῶμα ἐστίν ἴνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντος μέ καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον. Οὔχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καί ὁ θερισμός ἔρχεται; ἰδού λέγω ὑμίν, ἐπάρατέ τους ὀφθαλμούς ὑμῶν καί θεάσασθε τάς χώρας, ὅτι λευκοί εἰσί πρός θερισμόν ἤδη. Καί ὁ θερίζων μισθόν λαμβάνει καί συνάγει καρπόν εἰς ζωήν αἰώνιον, ἴνα καί ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρη καί ὁ θερίζων. Ἐν γάρ τούτω ὁ λόγος ἐστίν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστίν ὁ σπείρων καί ἄλλος ὁ θερίζων. |
Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακαλούσαν- και του έλεγαν διδάσκαλε φάγε· Εκείνος τους είπε· εγώ έχω να φάγω φαγητό που εσείς δεν το ξέρετε. Έλεγαν λοιπόν οι μαθητές μεταξύ τους· μήπως κανένας του έφερε να φάγει; Τους λέγει ο Ιησούς· δική μου τροφή είναι να κάνω το θέλημα εκείνου, που με έστειλε και να τελειώσω το έργο του. Σεις δεν το λέτε ότι πλησιάζει ο καιρός του θερισμού; Να, σας λέγω, σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε πέρα στα χωράφια ότι είναι άσπρα, έτοιμα κιόλας για θερισμό (τα έθνη και τους λαούς εννοούσε). Και εκείνος που θερίζει παίρνει μισθό και μαζεύει καρπό για τη αιώνια ζωή, για να χαίρουν μαζί και εκείνος που σπέρνει και εκείνος που θερίζει. Εδώ εφαρμόζεται η αληθινή παροιμία, πως άλλος σπέρνει και άλλος θερίζει. |
Ἐγώ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὅ οὔχ ὕμεις κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καί ὑμεῖς εἰς τόν κόπο ν αὐτῶν εἰσληλύθατε. Ἐκ δέ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοί ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν τῶν Σαμαρειτῶν διά τόν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπε μοί πάντα ὅσα ποίησα. Ὡς οὔν ἦλθον πρός αὐτόν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτόv μεῖναι παρ' αὐτοῖς· καί ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. Καί πολλῶ πλείους ἐπίστευσαν διά τόν λόγον αὐτοῦ, τή τέ γυναικί ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διά τήν σήν λαλιάν πιστεύομεν αὐτοί γάρ ἠκηκόαμεν, καί οἴδαμεν ὅτι οὑτός ἐστίν ἀληθῶς ὁ σωτήρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός.» |
Εγώ σας έστειλα να θερίζετε εκείνο για το οποίο σεις δεν έχετε κοπιάσει· άλλοι έχουν κοπιάσει και σεις μπήκατε στον κόπο τους. Και από την πόλη εκείνη πολλοί από τους Σαμαρείτες πίστεψαν σ' αυτόν, επειδή τους έλεγε η γυναίκα και μαρτυρούσε πως μου είπε όλα όσα έκαμα. Όταν ήλθαν προς αυτόν οι Σαμαρείτες, τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους. και έμεινε εκεί δυο μέρες. Και ακόμη πιο πολλοί πίστεψαν με τη διδαχή που τους έκανε, και έλεγαν στη γυναίκα πως τώρα πια δεν πιστεύουμε, γιατί μας το λες εσύ, αλλά γιατί εμείς οι ίδιοι έχουμε ακούσει και ξέρουμε πως αυτός είναι πραγματικά ο Χριστός ο σωτήρας του κόσμου. |
ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
1. Ο Κύριος λέγει στη Σαμαρείτισσα, πως έχει το ζωντανό νερό, που άμα ο άνθρωπος το πιει δε θα διψάσει ποτέ. Το νερό αυτό είναι, όπως μας λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, το Άγιο Πνεύμα, που οι άνθρωποι θα λάβουν την ημέρα της Πεντηκοστής. Το Άγιο Πνεύμα μας ενώνει με τη ζωή του Χριστού, όταν μεταβάλει στη θεία Λειτουργία τον Άρτο και τον Οίνο σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου μας. Όποιος κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων παίρνει τη ζωή του Χριστού μέσα του.
2. Η Σαμαρείτισσα εκεί που δεν το περίμενε άκουσε τον Κύριο να της φανερώνει τα μυστικά της ζωής της. Ποιος άνθρωπος από μας μπορεί να κρυφτεί από το μάτι του Θεού; Την ώρα που ο άνθρωπος κάνει την αμαρτία, πρέπει να ξέρει πως τον βλέπει ο Θεός. Δεν υπάρχει τρόπος να κρυφτούμε από τον παντογνώστη Κύριο. Στους ανθρώπους μπορεί να υποκρινόμαστε, δηλαδή άλλα πράγματα να σκεφτόμαστε και άλλα να δείχνουμε με τις πράξεις μας. Αλλά το Θεό μήτε να τον γελάσουμε μπορούμε, μήτε να του κρυφτούμε. Ο Κύριος φανερώνει στη Σαμαρείτισσα και σε όλους μας ότι ο Θεός είναι Πνεύμα και πρέπει να τον λατρεύουμε πνευματικά και αληθινά. Αν αγαπάμε το Θεό, θέλουμε να βρισκόμαστε πάντα κοντά του. Να προσευχόμαστε, να μιλάμε μαζί του, να τον λατρεύουμε στην εκκλησία και να μετέχουμε στα μυστήρια της Εκκλησίας μας.
3. Η Σαμαρείτισσα είχε ειλικρίνεια στην καρδιά της. Αναγνώρισε τις αμαρτίες της χωρίς δικαιολογία. Και ρώτησε τον Κύριο για τον ερχόμενο Μεσσία. Ήθελε να συνδεθεί μαζί του με την πίστη και την αγάπη. Γι' αυτό και ο Κύριος της αποκαλύπτει: «Εγώ είμαι, της λέγει, που σου μιλώ». Μεγαλύτερη τιμή και ευεργεσία από αυτή δεν μπορούσε να βρει η Σαμαρείτισσα. Έγινε μάρτυρας του Χριστού στους συμπατριώτες της, γιατί τον είχε ζήσει πια μέσα στην καρδιά της. Έγινε η πρώτη ιεραπόστολος, που μάζεψε στο Χριστό πολλούς Σαμαρείτες, που ομολογούσαν με αξιοθαύμαστη πίστη: «Αυτός είναι ο αληθινός σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».
4. Μακάρι ο άνθρωπος από μικρός να ζει μέσα του το Χριστό και ύστερα να τον μεταφέρει και στους άλλους. Το κάθε παιδί έχει πολλούς τρόπους για να ομολογεί το Χριστό στους άλλους ανθρώπους. Με την ευλαβική προσευχή, με την αγάπη και την καλοσύνη, με την προσφορά βοήθειας στους άλλους, με τον τακτικό εκκλησιασμό, με τα καλά λόγια, με την ομολογία της αλήθειας, με το σεβασμό στους γονείς και τους δασκάλους και σ' όλους γενικά τους ανθρώπους μπορεί να γίνει ένας σύγχρονος ιεραπόστολος.
Δ' ΔΙΔΑΓΜΑ:
«Ούτος εστίν αληθώς ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός». (Ιωάννη κεφ. δ' στίχος 42).
Ε' ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛ. ΡΗΤΟΡΩΝ
«Ο διάλογος του Κυρίου με τη Σαμαρείτισσα είναι από τα εκλεκτότερα κομμάτια του Ευαγγελίου. Εδώ βρίσκει ο Κύριος την ευκαιρία να αποκαλύψει τις πιο υψηλές αλήθειες. Την ιδιότητα του ως Μεσσία, τον τόπο της αληθινής λατρείας και τη δροσιστική δύναμη της Χάριτος Του» (ΙΩΑΝΝΗ ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Λογική Λατρεία, Θεσ/νίκη 1971, σελ. 105).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ-ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Ποιο είναι το ζωντανό νερό, που μας προσφέρει ο Χριστός;
2. Τι διδάσκεσαι από τη διαγωγή της Σαμαρείτισσας;
3. Τι έκανε η Σαμαρείτισσα αφού πίστεψε στο Χριστό;
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΪΤ