Αυτό το σάιτ χρησιμοποιεί Κώδικα Καταγραφής (ΚωK ή cookies)  κυρίως για προβολή διαφημίσεων της Google  - Μάθετε περισσότερα...

Επιμέλεια ιστοχώρου Διον.Κ.Παρούτσας

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προσαρμοσμένη αναζήτηση
 
   
   

 

 

 

 

 

 
   
   

Περιεχόμενα Ιστοσελίδας

Περιεχόμενα Ιστοχώρου

 

 

 

 

   

 

:

&

 

Project

:

: ": " 

 

Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης

ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Από το βιβλίο: Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης (2005) του Χρίστου Αθ. Σαΐτη

 

ΟΛΕΣ οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις τους στα κεφάλαια 1 μέχρι 5. Από το κεφάλαιο 6 και κάτω μόνο... ερωτήσεις γιατί δεν είχα χρόνο να τα διαβάσω. Καλή επιτυχία!!!

 

 

Κεφάλαιο 4ο

Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να προβαίνουν στη συγκρότηση τυπικών οργανώσεων;

Η συνεργασία ενός συνόλου ατόμων οδηγεί στη δημιουργία μιας μορφής οργάνωσης. Μια οργάνωση θεωρείται τυπική (ή επίσημη), όταν οι ενέργειες δύο ή περισσότερων ατόμων συντονίζονται ενσυνείδητα για την πραγματοποίηση των στόχων που έχουν καθοριστεί. Σύμφωνα με την άποψη αυτή μια τυπική οργάνωση διακρίνεται από μια μη τυπική οργάνωση με βάση δύο κριτήρια: την ενσυνείδητη συνεργασία των μελών της και την ύπαρξη συγκεκριμένου στόχου. Βασικός στόχος μιας οργάνωσης είναι η επιβίωση

Κατά μία άλλη αντίληψη, η επίσημη οργάνωση είναι «μια διοικητική σχεδίαση που προϋποθέτει σκοπούς, πολιτική και, χωρίς να αναφέρονται σε συγκεκριμένα άτομα». Από τον ορισμό αυτό προκύπτει πως τα σχολεία, τα νοσοκομεία, οι επιχειρήσεις και γενικά όλοι οι δημόσιοι οργανισμοί είναι τυπικές οργανώσεις, επειδή δρουν μέσα στον κοινωνικό χώρο. Επιδιώκουν συγκεκριμένους στόχους και βασίζονται σε ένα σύνολο αρχών και κανονισμών.

Υπάρχουν, επίσης, και συγγραφείς που υποστηρίζουν ότι οι τυπικές οργανώσεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά «συστήματα στα οποία άνθρωποι και κεφάλαιο συνδυάζονται σκόπιμα για την επίτευξη ρητού σκοπού».

Αλλά τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να προβαίνουν στη συγκρότηση τυπικών οργανώσεων;

Επειδή, οι διαθέσιμοι πόροι είναι περιορισμένοι  και η ειδίκευση της εργασίας, η συνδυασμένη δράση και οι συλλογικές αποφάσεις είναι τρόποι που θα συμβάλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας, γίνονται φανεροί οι λόγοι σύστασης τυπικών οργανώσεων. Από οργανωτική πλευρά τα διοικητικά στελέχη πρέπει να αποφύγουν σφάλματα όπως:

    τον κακό σχεδιασμό-προγραμματισμό,

    την αποτυχία να αποσαφηνίσουν τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διοίκησης,

    την αποτυχία εκχώρησης εξουσίας στα κατώτερα επίπεδα του οργανισμού,

    την εκχώρηση ευθύνης χωρίς εξουσία,

    τη διατήρηση υπερβολικών γραφειοκρατικών διαδικασιών που προκύπτουν από τη δημιουργία πολλών επιπέδων διοίκησης και την ανεπαρκή εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε κατώτερα ιεραρχικά κλιμάκια.

Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να προσχωρούν σε άτυπες οργανώσεις;

Οι άνθρωποι σχηματίζουν μικρές ομάδες και αναπτύσσουν κοινωνικές σχέσεις, για να ικανοποιήσουν ανάγκες και επιθυμίες τους. Αυτό είναι γνωστό ως άτυπη οργάνωση και υπάρχει, σε μεγαλύτερη ή μικρότερη έκταση, εντός κάθε τυπικής οργάνωσης. Οι κοινωνικές ομάδες αναπτύσσουν μοντέλα συμπεριφοράς, πεποιθήσεις και στόχους, οι οποίοι είναι διαφορετικοί και, καμιά φορά, αντίθετοι από τις απαιτήσεις της τυπικής οργάνωσης.

Η άτυπη οργάνωση, σε αντίθεση προς την τυπική, δε διαθέτει δομή ούτε κανόνες και κανονισμούς λειτουργίας. Η ύπαρξη της στηρίζεται στο αυθόρμητο συναισθηματικό στοιχείο και η δραστηριότητα της καθοδηγείται από «άτυπους» κανόνες καθήκοντα και υποχρεώσεις. Η διάρκειά της δεν είναι σταθερή και η ύπαρξη της εξαρτάται από το χρόνο πραγματοποίησης των στόχων, για τους οποίους συστήθηκε.

Η ανεπίσημη οργάνωση έχει ως πλαίσιο δράσης τον εργασιακό χώρο και δρα παράλληλα και ταυτόχρονα με την τυπική οργάνωση. Αποτελείται από μικρές ομάδες που συγκροτούνται, για να καλύψουν ανάγκες τους όπως είναι οι φιλίες, οι «κλίκες» και οι εκδηλώσεις αλληλοβοήθειας.

Τα βασικά αίτια σύνδεσης ενός μέλους μιας τυπικής οργάνωσης με μια ανεπίσημη ομάδα είναι:

    Η ικανοποίηση του κοινωνικού αισθήματος..

    Οι κοινοί στόχοι.

    Η ταύτιση αντιλήψεων.

Η άτυπη οργάνωση μπορεί να συμβάλει θετικά ή αρνητικά στο έργο της επίσημης οργάνωσης και ειδικότερα:

    στην αποδοτικότητα, επειδή το αυθόρμητο και το συναισθηματικό στοιχείο μπορεί να επηρεάσει, θετικά ή αρνητικά, την απόδοση .

    στις αλλαγές που θέλει να εισαγάγει η διοίκηση του οργανισμού.

    στη διοίκηση, επειδή οι ηγέτες των άτυπων ομάδων έχουν την ευχέρεια, να υποκινούν ανάλογα τα μέλη των ομάδων.

Για τους προαναφερόμενους λόγους η διοίκηση μιας τυπικής οργάνωσης οφείλει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στα αιτήματα και τις ανάγκες μεταξύ της τυπικής οργάνωσης και των άτυπων σχέσεων που αναπτύσσονται. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι οι δύο τύποι οργάνωσης αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοβοηθούνται με αποτέλεσμα να πραγματοποιούνται οι συγκεκριμένοι στόχοι του οργανισμού. Με άλλα λόγια, οι δύο μορφές οργάνωσης συνθέτουν τη δομή και τη δράση κάθε ομαδικής δραστηριότητας.

Συνεπώς, είναι ζωτικής σημασίας να προσπαθεί το ηγετικό στέλεχος να εκμεταλλευτεί τις ευεργετικές πλευρές των άτυπων οργανώσεων και να εξασφαλίσει τη βεβαιότητα ότι η τυπική οργάνωση συναντά, όσο το δυνατό πιο πολύ, τις ανάγκες των μελών της. Αν αυτό δε γίνεται, οι άνθρωποι θα προσέχουν και θα πιστεύουν περισσότερο την άτυπη οργάνωση με μία συνακόλουθη μείωση της αποδοτικότητας στην τυπική οργάνωση.

Ποιες είναι οι βασικές διαφορές μεταξύ τυπικής και άτυπης οργάνωσης;

Η τυπική οργάνωση διαθέτει χαρακτηριστικά στοιχεία, όπως ρητούς σκοπούς, κανόνες, κανονισμούς, επίσημη δομή και όρια, τα οποία δε συναντούμε στην άτυπη οργάνωση.

Η ανεπίσημη οργάνωση δημιουργείται και δραστηριοποιείται εκεί που οι άνθρωποι ζουν μαζί. Το αντίστροφο δεν μπορεί να γίνει, δηλαδή μια τυπική οργάνωση να δημιουργηθεί και να λειτουργήσει στο πλαίσιο μιας άτυπης οργάνωσης.

Οι δύο μορφές οργάνωσης επιχειρούν να ρυθμίσουν βάσει κανόνων τη συμπεριφορά των μελών τους. Όμως, ενώ οι κανόνες της άτυπης οργάνωσης στηρίζονται στα ήθη, στο συναίσθημα και στις κοινές αντιλήψεις των μελών της, στην περίπτωση της τυπικής οργάνωσης οι κανόνες αυτοί ανακύπτουν από νομοθετικές διατάξεις και οδηγούν αναγκαστικά σε μια «τυπική» ρύθμιση της συμπεριφοράς των μελών της.

Σχετικά με τον τρόπο επιβολής κυρώσεων παρατηρούμε ότι στην επίσημη οργάνωση ακολουθείται τυπική διαδικασία και το είδος της ποινής που επιβάλλεται εξαρτάται από τις ισχύουσες διατάξεις. Αντίθετα, στην άτυπη οργάνωση δεν τηρείται επίσημη διαδικασία και τα μέλη που παραβαίνουν τους άτυπους κανόνες της τιμωρούνται συνήθως με κοινωνική απομόνωση από την υπόλοιπη ομάδα.

Τι γνωρίζετε για τον "καταμερισμό της εργασίας"

Σε κάθε τυπική οργάνωση υπάρχει το στοιχείο της δομής. Δηλαδή, ένα σχήμα εσωτερικών σχέσεων ώστε να γίνεται δυνατή η επίτευξη των στόχων της. Στη δομή κάθε οργανισμού διακρίνουμε τα εξής χαρακτηριστικά: τον καταμερισμό της εργασίας, το εύρος του ελέγχου, την τμηματοποίηση και την εκχώρηση αρμοδιοτήτων.

Το συνολικό έργο ενός οργανισμού διαιρείται σε επιμέρους συγκεκριμένες εργασίες ή καθήκοντα, από όπου προκύπτουν και οι θέσεις εργασίας. Ο καταμερισμός αυτός της εργασίας είναι βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα της οργανωμένης δράσης Κι αυτό γιατί:

    ένα άτομο δεν έχει την ικανότητα, να εκτελέσει αποτελεσματικά όλες τις ενέργειες,

    είναι δυνατή η εύκολη αντικατάσταση του ατόμου, και

    είναι ευκολότερη η εποπτεία και ο έλεγχος των εργαζομένων.

Χρειάζεται εδώ να τονιστεί ότι ο καταμερισμός της εργασίας συνδέεται άμεσα με την εξειδίκευση, η οποία παρά τα πλεονεκτήματα της, έχει και αρνητικές συνέπειες, π.χ. οδηγεί γρήγορα σε ανία και αλλοτρίωση. Για το λόγο αυτό η εξειδίκευση πρέπει να γίνεται σε λογικά όρια, δηλαδή το άτομο να εκτελεί περισσότερα του ενός καθήκοντα στη θέση εργασίας του και να είναι υπεύθυνο για περισσότερες ενέργειες.

Η «οργάνωση της εργασίας» μπορεί να διαιρεθεί σε τρία στάδια:

    σε ατομικό επίπεδο, όπου αναλώνεται προσπάθεια ανάλογα με τις δυνατότητες του «εκτελεστή», άσχετα αν πρόκειται για άνθρωπο, ζώο ή μηχανή,

    σε ομαδικό επίπεδο, όπου η οργάνωση της εργασίας καθορίζει το καθεστώς της δραστηριότητας των ανθρώπων που συμμετέχουν θεληματικά σε κοινή προσπάθεια, και

    σε κοινωνικό επίπεδο, όπου καθορίζονται οι σχέσεις μεταξύ των διαφόρων ομάδων, που ανταλλάσσουν τις υπηρεσίες και τα προϊόντα της  δραστηριότητας τους (π.χ. σχέσεις μεταξύ εργατών και διευθυντών).

Η οργάνωση της εργασίας προϋποθέτει μελέτη μεθόδων, δηλαδή μελέτη του τρόπου με τον οποίο εργαζόμαστε, για να επιτύχουμε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Κατά τον Φρ. Τέιλορ, ιδρυτή της σύγχρονης οργανωτικής επιστήμης οποιαδήποτε οργανωτική εργασία αναλύεται στις εξής διαδοχικές φάσεις :

    ακριβής καθορισμός του επιδιωκόμενου σκοπού,

    μελέτη των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού,

    προπαρασκευή των μέσων ενέργειας που είναι αναγκαία,

    πραγματοποίηση της ενέργειας που έχει αποφασιστεί (ή επιλεγεί), και

έλεγχος του αποτελέσματος που θα προκύψει από τη δοκιμαστική εργασία

Τι γνωρίζετε για το "συγκεντρωτικό" και "αποκεντρωτικό" σύστημα διοίκησης;

Η συγκέντρωση και η αποκέντρωση είναι δύο αντίθετες έννοιες και εκφράζουν δύο αντίθετα συστήματα διοίκησης: το συγκεντρωτικό και το αποκεντρωτικό. Η αποκέντρωση οδηγεί κατά κανόνα στην ταχύτητα και ευλυγισία κατά τη λήψη αποφάσεων και την ανακούφιση των κεντρικών υπηρεσιών του οργανισμού. Εντούτοις, μπορεί να οδηγήσει στη σπατάλη πόρων και να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα συντονισμού και ελέγχου.

Ιστορικά το συγκεντρωτικό σύστημα είναι το παλιότερο, η κρατική εξουσία ήταν συνήθως συγκεντρωμένη σ' ένα όργανο, λόγου χάρη το βασιλιά. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό διοίκησης η λειτουργία όλων των κρατικών υπηρεσιών εξασφαλίζεται από την κεντρική κρατική εξουσία.

Τα κύρια πλεονεκτήματα της συγκεντρωτικής διοίκησης είναι:

    η δημιουργία ενιαίας οργανωτικής σκέψης και δράσης σ’ όλα τα διαμερίσματα της χώρας

    η επίτευξη ομοιόμορφου και συνεχούς ελέγχου στα περιφερειακά όργανα,

    η εξοικονόμηση εργατικού δυναμικού και υλικών πόρων,

    η δημιουργία ισχυρής δύναμης επιβολής του κράτους.

Το πιο πάνω οργανωτικό σύστημα δε στερείται μειονεκτημάτων, αφού:

    η δημόσια διοίκηση γίνεται δύσκαμπτη και περίπλοκη, γεγονός που συμβάλλει στην ανάπτυξη της γραφειοκρατικής νοοτροπίας,

    οι πολίτες υποβάλλονται σε ταλαιπωρίες, οικονομικά έξοδα και απώλεια χρόνου λόγω μετακίνησης τους στην πρωτεύουσα για επίλυση των υποθέσεων τους,

    τα κεντρικά κρατικά όργανα αποφασίζουν για ζητήματα, για τα οποία δεν έχουν άμεση αντίληψη.

    ενισχύεται η τάση μετατόπισης του περιφερειακού πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας.

Έτσι, δημιουργήθηκε η ανάγκη αποσυμφόρησης των κεντρικών υπηρεσιών με ανάθεση της διεξαγωγής ορισμένων αρμοδιοτήτων σε περιφερειακά κρατικά όργανα. Με τον τρόπο αυτό αναπτύχθηκε σημαντικά η έννοια και ο ρόλος της διοικητικής αποκέντρωσης στη δημόσια διοίκηση, με την ονομασία αποκεντρωτικό σύστημα.

Με τη μεταβίβαση αποφασιστικών αρμοδιοτήτων στα περιφερειακά κρατικά όργανα:

    απαλλάσσεται η κεντρική διοίκηση από καθήκοντα ειδικού και τοπικού ενδιαφέροντος,

    επιτυγχάνεται γρηγορότερα και με λιγότερο κόστος η επίλυση των προβλημάτων των πολιτών,

    προωθείται η ανάπτυξη της περιφέρειας,

    τονώνεται το αίσθημα ευθύνης στα περιφερειακά όργανα και αυξάνεται το ενδιαφέρον για την εκτελούμενη εργασία

Βέβαια, το σύστημα αυτό δε στερείται μειονεκτημάτων, μερικά από τα οποία είναι:

    η τάση κατάχρησης της εξουσίας λόγω τοπικών και προσωπικών πιέσεων,

    η αδυναμία των περιφερειακών οργάνων να επιλύσουν θέματα που

    απαιτούν ειδικές γνώσεις,

    ο κίνδυνος για ανομοιομορφία των διοικητικών ενεργειών.

Η πολιτική κατανομής της εξουσίας και της ευθύνης μέσα σε μια τυπική οργάνωση, άρα και στη δημόσια εκπαίδευση, χρειάζεται να στηρίζεται σε μια «κατάσταση ισορροπίας» μεταξύ των αρμοδιοτήτων που πρέπει να παραμείνουν στην κεντρική διοίκηση και αυτών που πρέπει να αποκεντρωθούν στις περιφερειακές μονά δες ή υπηρεσίες. Βέβαια, η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών ενός οργανισμού δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί.

Ποια είναι τα βασικά στοιχεία του γραφειοκρατικού μοντέλου;

Η «γραφειοκρατία» είναι ένας όρος που χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα κι αυτό λόγω της ποικιλίας των στοιχείων που τον συνθέτουν. Η τυποποίηση των εργασιών, η υπέρμετρη ισχύς και επιρροή των ανωτέρων στελεχών, η κακή εφαρμογή της εξουσίας, η απροσωποληψία στις κοινωνικές σχέσεις και η ιεραρχική δομή της εξουσίας είναι ορισμένα από τα στοιχεία που την χαρακτηρίζουν.

Κατά μία γενική άποψη «γραφειοκρατία» καλείται ο τύπος της οργάνωσης που έχει σχεδιαστεί, για να επιτελεί διοικητικό έργο μεγάλης κλίμακας συντονίζοντας συστηματικά την εργασία πολλών ατόμων.

Η λέξη «γραφειοκρατία» είναι γαλλικής προέλευσης και πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 18ο αιώνα, για να δηλώσει εκείνους που ασκούσαν την κρατική εξουσία. Δηλαδή, η παραδοσιακή χρήση του όρου δίνει μια πολιτική χροιά στην έννοια της γραφειοκρατίας και συγκεκριμένα δηλώνει τη διακυβέρνηση μιας πολιτείας μέσω γραφείων-υπηρεσιών, τμημάτων που είναι στελεχωμένα με διορισμένους υπαλλήλους που διαθέτουν ειδικές δεξιότητες. Λίγο αργότερα, το 19ο αιώνα, η γραφειοκρατία συνδέθηκε με τα ελαττώματα, που υπήρχαν στην οργάνωση των κρατικών υπηρεσιών, στη νοοτροπία των κρατικών οργάνων σχετικά με την αύξηση της έγγραφης διεξαγωγής της διοικητικής εργασίας και της προσήλωση στους διαδικαστικούς τύπους.

Ανεξάρτητα από τη θεωρητική προσέγγιση των ερευνητών πάνω στο θέμα της γραφειοκρατίας, στην πράξη βλέπουμε τη γραφειοκρατική οργάνωση να έχει επικρατήσει στις σύγχρονες κοινωνίες και να αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο όλων σχεδόν των χωρών του πλανήτη μας

Τα χαρακτηριστικά της γραφειοκρατικής θεωρίας μπορούν να συνοψιστούν στα εξής βασικά σημεία:

1.     Στο σαφή καταμερισμό της εργασίας. Όπως είναι γνωστό, ο καταμερισμός της εργασίας παρέχει τη δυνατότητα να απασχολούνται οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις και να καθίσταται καθένας από αυτούς υπεύθυνος για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του.

2.     Στην ιεραρχία της εξουσίας. Μέσα σ' έναν οργανισμό η ιεραρχική δομή εξουσίας έχει συνήθως σχήμα πυραμίδας, όπου κάθε στέλεχος είναι υπεύθυνο στους προϊσταμένους του τόσο για τις δικές του αποφάσεις και πράξεις όσο και για τις ενέργειες των υφισταμένων του. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Ανεβεί όρισε την εξουσία ως «την πιθανότητα υπακοής σε μια δεδομένη εντολή με συγκεκριμένο περιεχόμενο από μια δεδομένη ομάδα ατόμων» (νΥεβεΓ 1947:152) και αναλύοντας τη διέκρινε: α) στην παραδοσιακή εξουσία, που βρίσκει την έκφραση της στο απαραβίαστο της παράδοσης, όπως στην περίπτωση της κυριαρχίας των βασιλιάδων, β) στη χαρισματική εξουσία, όπου το χάρισμα αποτελεί μια εξαιρετική ιδιότητα ενός ανθρώπου - μια ιδιότητα που κάνει τα μέλη μιας ομάδας να υπακούουν θεληματικά στην εντολή του ηγέτη τους και γ) στη «νόμιμη» εξουσία, που στηρίζεται στην πίστη ότι ο νόμος έχει κυριαρχική ισχύ.

3.     Στην ενότητα διοίκησης, σύμφωνα με την οποία κάθε υφιστάμενος λαμβάνει καθορισμένες αρμοδιότητες από έναν προϊστάμενο μόνο και αναφέρεται σ' αυτόν.

4.     Στην ομοιομορφία για την εκτέλεση κάθε έργου. Στην περίπτωση αυτή όλες οι ενέργειες διέπονται από ένα σύστημα κανόνων και κανονισμών. Ως γνωστό οι κανονισμοί εξασφαλίζουν την ομοιομορφία *των ενεργειών και μαζί με τη διάρθρωση της εξουσίας καθιστούν δυνατή τη συνεργασία των επιμέρους δραστηριοτήτων.

5.     Στην απροσωποληψία στις κοινωνικές σχέσεις. Σύμφωνα με την αρχή αυτή τα διοικητικά στελέχη έχουν έναν απρόσωπο προσανατολισμό στις επαφές τους με τους πελάτες (ή πολίτες) και με τα άλλα στελέχη του οργανισμού. Ο αποκλεισμός των προσωπικών εκτιμήσεων από την υπηρεσιακή δραστηριότητα αποτελεί, κατά τον ^εβει, βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη αμεροληψίας στον τρόπο διοίκησης και στην αύξηση της αποδοτικότητας.

6.     Στην αξιολόγηση τον προσωπικού βάσει αντικειμενικών κριτηρίων. Η αρχή αυτή εξασφαλίζει μια ομοιογένεια στα στελέχη του αυτού επιπέδου κι αυτό γιατί η επιλογή των στελεχών γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια και προσόντα.

Το γραφειοκρατικό μοντέλο έχει ορισμένα πλεονεκτήματα, όπως η ορθολογική κατανομή του έργου, το σύστημα κανόνων και προτύπων λειτουργίας και η αξιοκρατική επιλογή του ανθρώπινου δυναμικού, που συμβάλλουν θετικά στην αποτελεσματικότητα του οργανισμού. Παρόλα αυτά, η γραφειοκρατία έχει και αρκετά βασικά μειονεκτήματα, όπως η τυπολατρία και οι κανόνες και κανονισμοί εργασίας, που καθιστούν έναν οργανισμό δύσκαμπτο και αναποτελεσματικό.

Τι εννοούμε όταν λέμε ότι "το σχολείο είναι μέχρι ενός βαθμού γραφειοκρατικό"; 

 

«Τα σχολικά συστήματα είναι μέχρις ενός βαθμού γραφειοκρατικά» αφού στην εκπαίδευση, σε αντίθεση με άλλες οργανώσεις (π.χ. στο στρατό), η χρησιμότητα της γραφειοκρατικής οργάνωσης δεν είναι μεγάλη. Γιατί, όπως υποστηρίζεται, στην εκπαιδευτική γραφειοκρατία ο δάσκαλος σύμφωνα με την ιεραρχική δομή της εξουσίας είναι στη βάση του συστήματος, ενώ «στην πραγματικότητα, θα έπρεπε να είναι η καρδιά και το κέντρο του. Ο δάσκαλος είναι αποδοτικότερος στο έργο του, όταν συνδέεται με τους μαθητές του ελεύθερα και δημιουργικά, όταν δεν περιορίζεται από κανόνες».

Έτσι, σύμφωνα με τους επικριτές το γραφειοκρατικό σύστημα «αποβαίνει σε βάρος και της εκπαίδευσης των μαθητών, διότι τόσο το γενικότερο πνεύμα όσο και οι διδακτικές πρακτικές, που συνεπάγονται, οδηγούν στην αντίληψη εξαρτημένων ατόμων». Δηλαδή, η γραφειοκρατική οργάνωση «αναιρεί τις περί αυτονομίας διακηρύξεις της σχολικής εκπαίδευσης και οδηγεί στη δημιουργία ενός απόλυτα μηχανιστικού σχολικού συστήματος, αδύναμου να ανταποκριθεί στη δυναμικότητα και στις ιδιαιτερότητες των εκπαιδευτικών καταστάσεων». Συμφωνούμε με τη γενική αντίληψη ότι οι κανονισμοί ενός συστήματος περιορίζουν τη δημιουργικότητα και τη φαντασία, με την οποία το άτομο διαμορφώνει μόνο του τις κατευθύνσεις και την υπευθυνότητα του. Δεν μπορούμε όμως να υποστηρίξουμε από οργανωτικής πλευράς ότι ο δάσκαλος πρέπει να είναι τελείως ελεύθερος στο έργο του, γιατί ως αλληλεξαρτώμενο στοιχείο του εκπαιδευτικού συστήματος είναι υποχρεωμένος να τηρεί τους κανόνες που διέπουν αυτό το σύστημα. Επομένως, η απόδοση του δασκάλου εξαρτάται περισσότερο από το περιεχόμενο ων κανόνων που καθορίζουν το ρόλου του μέσα στο σύστημα και λιγότερο από τον τύπο του οργανωσιακού συστήματος.-

   
           
     
 

Επισκέψεις μέχρι 1-1-2004: 12.500 Επισκέψεις από 1-1-2004: