Η Ευρυτανία ολόκληρη είναι ένα
ποίημα. Ένας ύμνος προς τον Αχρονο Πλάστη και την
αιώνια ομορφιά και αρμονία. Ένα τόσο λυρικό
περιβάλλον θα ήταν αδύνατον ν' αφήσει ασυγκίνητο
το καλλιτεχνικό αισθητήριο των κατοίκων της.
Σχεδόν κάθε Ευρυτάνας είναι στα κατάβαθα της
ψυχής του κι ένας μικρός ποιητής και
τραγουδιστής. Είναι μια μικρή ευτυχία να τύχεις
τον τσομπάνο να κελαηδάει με τη φλογέρα του,
παραβγαίνοντας σε μελωδία κι αυτά τ' αηδόνια, που
γεμίζουν με το γλυκολάλημά τους τα δάση και τα
ρουμάνια της Ευρυτανικής γής. Ακόμα και σήμερα
δεν γίνεται γάμος ή γιορτινό τραπέζι, που να μην
ακουστούν και χορευτούν τα δημοτικά τραγούδια. Ο
έρωτας, η ζωή, η ξενιτειά, ακόμα κι αυτός ο θάνατος
έχουν τραγουδηθεί στην Ευρυτανία μ' ένα τρόπο
ιδιαίτερο, καθαρά παλληκαρίσιο.
Μέσα από τόση ομορφιά
και ποίηση λοιπόν, επόμενο ήταν να ξεπηδήσουν
ποιητές του ύψους του Ζαχαρία Παπαντωνίου και
του Στέφανου Γρανίτσα. Μεγαλωμένοι με το
κελάρυσμα της πηγής και το γλυκονανούρισμα της
"τουρκοπούλας", ρίζωσε βαθιά μέσα τους η
αίσθηση του ρυθμού και της αρμονίας, σε τέτοιο
βαθμό που όταν αναγκάστηκαν να φύγουν από τον
τόπο τους, όλα αυτά τα βιώματα έγιναν βάρος
ασήκωτο και νοσταλγία βασανιστική.
Το κλασσικό
ποίημα του Παπαντωνίου "Ρούμελη",
εμπνευσμένο από την Ευρυτανική φύση είναι
ακριβώς εκείνο που δίνει το στίγμα του τόπου,
τότε και σήμερα και πάντα:
ΡΟΥΜΕΛΗ
Τη μάνα μου τη Ρούμελη
ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένο Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο
νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.
Με κρουσταλλένια
σφυριχτά, σε λόγκους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους
ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα
ελάτια...
Μα για να νιώσει κανείς την
αδούλωτη ψυχή του Ευρυτάνα, πρέπει να τον
γνωρίσει από κοντά, καμμιά περιγραφή δεν μπορεί
να δώσει το μεγαλείο του και την ευθύτητα του
χαρακτήρα του.
Και πρέπει κανείς να δει το
ευρυτανικό τοπίο με τα μάτια του για να μπορέσει,
φτάνοντας στο τέρμα της ζωής του να πεί άφοβα
στον Δημιουργό:
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ
ΤΑΠΕΙΝΟΥ
Κύριε σαν ήρθε η βραδιά
σου λέω την προσευχή μου
άλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ' τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάσταξα.Μουδίνεις και την ξένη
Μ' απαρνηθήκαν οι
χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Ειν' αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στην πόρτα μου άλλος δε χτυπά κανείς απ' τον
αγέρα.
Δεν έχω δόξα. Ειν' ήσυχα
τα έργα που έχω πράξει.
Άκουσα τη γλυκειά βροχή. Τη δύση έχω κοιτάξει.
Έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι.
Ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ.
Τώρα δεν έχω τίποτα να
διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή. Πολύ 'ναι τέτοια ελπίδα.
Εδόκησε ν΄αφανιστώ χωρίς να ξαναζήσω...
Σ' ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που
είδα.
ΥΓ: Αν ξέρετε αγγλικά,
παρακαλώ ρίξτε μια ματιά στο αντίστοιχο κείμενο
της αγγλικής έκδοσης κάνοντας κλικ εδώ.
Έκανα μια προσπάθεια να μεταφράσω τα δυο αυτά
ποιήματα, αλλά δε μου φεύγει από το μυαλό μια
εκπομπή των ...ΑΜΑΝ που τραγουδούσαν δημοτικά
τραγουδια στα ...Αγγλικά. Αν πιστεύετε ότι
πράγματι ρεζιλεύεται ο ποιητής ή η γλώσσα μας, θα
σας ήμουν υπόχρεος αν μου στέλνατε ένα μήνυμα. |